ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ

ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ

 

Εἶχα γράψει πρὶν ἀπὸ τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τῆς Κρήτης καὶ καλοῦσα τοὺς ἀναγνῶστες μου νὰ προσευχηθοῦμε γιὰ νὰ πετύχη. Καὶ μετὰ ἔγραψα ὅτι, τώρα ποὺ ἔγινε ἡ Σύνοδος, τὸν λόγο ἔχει ὁ πιστὸς λαός. Δὲν μποροῦν οἱ σύνεδροι νὰ τὴν χαρακτηρίσουν. Ὁ πιστὸς λαός, δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία, ἀποφαίνεται καὶ χαρακτηρίζει τὴν Σύνοδο Ἁγία καὶ Μεγάλη ἢ τὴν χαρακτηρίζει ληστρική. Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ἔχομε κανονικὲς Συνόδους ἀλλὰ καὶ ληστρικές.

Ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης τοῦ 2016 τώρα εἶναι στὴν ζυγαριά. Ὑπάρχουν πολλὰ ὑπὲρ καὶ πολλά, δυστυχῶς, κατὰ τῆς κανονικότητος. Προσωπικὰ δὲν θὰ ἤθελα νὰ βγῶ δημοσίως νὰ ἐκφράσω τὶς προσωπικὲς μου ἀπόψεις, πρὶν ἀποφανθεῖ ἐπισήμως καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Καὶ ὅσο ξέρω ἀναγγέλθηκε ὅτι ἡ ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία θὰ ἀξιολογήση τὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης στὴν κατὰ Ὀκτώβριο Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας. Ἑπομένως πρέπει νὰ περιμένωμε. Βεβαίως ἐλπίζω πάντα ὅτι θὰ ἀκουσθοῦν ἀπόψεις καὶ θέσεις ποὺ θὰ ἱκανοποιοῦν τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ θὰ εἶναι σύμφωνες μὲ τὶς ἀπόψεις τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν Παράδοσι τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν ὁδηγηθοῦμε σὲ σχίσματα καὶ διαιρέσεις.

Ἀλλ’ ἐπειδὴ συμβαίνουν κάποια λυπηρά στὴν τοπικὴ Ἐκκλησία, ἀναγκάζομαι νὰ ἐκφρασθῶ.

Ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης, ποὺ ἑτοιμαζόταν, περίπου πενήντα χρόνια, μὲ πολλὲς προσυνεδριακὲς συσκέψεις, ἔπρεπε νὰ γίνη. Στὴν Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶναι «μέγα μυστήριο» ζοῦμε τὰ γεγονότα, τὰ βιώνουμε. Θέλω νὰ πῶ ὅτι ἕνα τέτοιο ἐκκλησιαστικὸ γεγονός, ὅπως ἡ «ἁγία καὶ μεγάλη Σύνοδος», θὰ ἔπρεπε νὰ μᾶς γεμίζη χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι. Αὐτὸ εἶναι τὸ κριτίριο. Ἀντίθετα ὅσο πλησίαζαν οἱ ἡμέρες της ὅλο καὶ περισσότερο ὑπῆρχε μία ἀγωνία, φόβος, δυσπιστία, καχυποψία. Καί, δυστυχῶς, ἐπιβεβαιώθηκαν ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν ἀπουσία τῶν τεσσάρων πατριαρχείων, κατ’ ἀρχήν. Μὲ τὴν ἔναρξί της φάνηκε νὰ εἶναι προβληματική. Δὲν γνωρίζω ὅλες τὶς τελικὲς ἀποφάσεις. Μία ὅμως διατύπωσι σὲ μία ἀπόφασι, ποὺ δέχεται ὅλους τοὺς ἑτεροδόξους ὡς «ἐκκλησίες» εἶναι φονική. Μὲ πνίγει. Θὰ μποροῦσε νὰ τὶς χαρακτηρίση «ἑτερόδοξες ὁμολογίες ἢ ὁμάδες», ὄχι «ἐκκλησίες». Τὶ σημαίνει αὐτό; Κατὰ τὴν γνώμη μου αὐτὴ ἡ διατύπωσις ἀναιρεῖ τὸ ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως ποὺ λέγει· «Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν». Καὶ μετὰ ἡ ἀναγνώρισις τῶν ἑτεροδόξων ὡς «Ἐκκλησίες» κλείνει τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς των στὴν ὁρθοδοξία, διότι ἀφοῦ εἶναι «Ἐκκλησίες» οἱ ἑτερόδοξοι, θεωροῦν πλέον αὐτοὶ ὅτι μία ἀπὸ αὐτὲς εἶναι καὶ ὁ ὀρθόδοξη. Γι’ αὐτοὺς εἶναι καὶ αὐτὴ ἐκκλησία ἑτερόδοξη. Γιατὶ νὰ τὴν ἀναζητήσουν καὶ νὰ ἐπιστρέψουν ἀπὸ τὴν πλάνη τους;

Μπορῶ νὰ ἀναφέρω μία παράλληλη περίπτωσι ὡς παράδειγμα. Ἔχομε ἀνοικτὸ ἕνα ἐθνικὸ θέμα μὲ τὴν κλοπὴ τοῦ ὀνόματος τῆς Μακεδονίας. Ἂν στὴν συζητούμενη ὀνομασία γιὰ τὴν fyrom ὑπάρχει τελικὰ ἡ λέξις Μακεδονία, εἴτε ὡς Ἄνω, ἢ Νέα, ἢ Σλαύο, ἢ Βόρεια καὶ δὲν συμμαζεύται, ἡ ὑπόθεσις τοῦ ὀνόματος γιὰ μᾶς εἶναι χαμένη. Ἐξ ἄλλου τὰ τελευταῖα ἑκατὸ χρόνια μόνο χάνομε, σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος. Ἔτσι καὶ γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους, ἐφ’ ὅσον τοὺς χαρίζεται τὸ χαρακτηριστικὸ «Ἐκκλησία», ἀλλοιώνεται ἡ πίστις. Ὅμως, δόξα τῷ Θεῷ. Ἡ πρότασις τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας εἶναι αἰσιόδοξη. Προτείνει νὰ χαρακτηρισθῆ ἡ Σύνοδος τῆς Κρήτης ὡς μία ὄχι ἁγία καὶ μεγάλη, ἀλλὰ ὡς μία προσυνεδριακή, γιὰ μία μελλοντική Σύνοδο στὴν ὁποία θὰ μετέχουν καὶ τὰ τέσσερα πατριαρχεῖα, ποὺ ἀπουσίαζαν ἀπὸ τὴν Κρήτη, καὶ στὴν νέα Σύνοδο νὰ γίνουν οἱ ἀπαραίτητες ἀναδιατυπώσεις, ὅπου εἶναι ἀνάγκη. Μὴν βιάζεσθε. Ἡ ναῦς τῆς Ἐκκλησίας καπετάνιο ἔχει τὸν Κύριό μας ὄχι τὸν ὅποιο ἐπίσκοπο, πατριάρχη, κτλ. Καὶ στὰ πλοῖα δὲν κρατάει πάντα ὁ καπετάνιος τὸ πηδάλιο. Οἰακοστρόφος εἶναι κάποιος ναύτης κάτω ἀπὸ τὴν ἐπίβλεψι τοῦ καπετάνιου. Μπορεῖ ἑπομένως νὰ κλυδωνίζεται, ἀλλὰ ποτὲ δὲν καταποντίζεται. Ὅσοι ὅμως ἐγκαταλείπουν τὸ πλοῖο, αὐτοὶ χάνονται. Καὶ ὅσο τὸ πλοῖο δοκιμάζεται, εἶναι ἀνάγκη ὅλο τὸ πλήρωμα νὰ ἀγωνίζεται ἀπὸ μέσα γιὰ τὴν εὐθυπλοΐα του. Νὰ ἀναφέρω ὅτι τὸ πλοῖο στὴν Γαλιλαία κλυδωνιζόταν, καὶ ὁ Πέτρος «ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι» ὅταν κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο.

Γι’ αὐτὸ ἔχω τὴν γνώμη ὅτι κάποιες κινήσεις, ὅπως ἡ διακοπὴ τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸν ἐπίσκοπο εἶναι λάθος μεγάλο. Μὲ τὴν μὴ μνημόνευσι τοῦ ἐπιχωρίου ἐπισκόπου τίθεσαι μόνος ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἐπιτρέπεται, γιὰ νὰ μὴ πῶ ὅτι ἐπιβάλλεται, ἡ διακοπὴ τῆς μνημονεύσεως, μόνον ὅταν ὁ ἐπίσκοπος διδάσκει τὴν πλάνη καὶ τὴν αἵρεσι. Ποιὸς ὅμως ἀποφαίνεται ὅτι ὁ ἐπίσκοπός μας εἶναι αἱρετικός; Ὁ ἐπίσκοπός μας ἀρνήθηκε, παρ’ ὅλο ποὺ ἦταν συνοδικός, τὴν συμμετοχή του στὴν ἀντιπροσωπεία τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν Κρήτη. Ξέρετε, φαντάζομαι, καὶ γιὰ ποιὸ λόγο. Ἐπειδὴ δὲν θὰ εἶχε δικαίωμα ψήφου. Ὅλη ἡ ἀντιπροσωπεία, σύμφωνα μὲ τὸν κανονισμὸ τῆς Συνόδου, εἶχε μία ψήφο. Τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικό, καὶ θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀπὸ τὰ «κατά» τῆς Συνόδου, εἶναι κατάργησις τῆς συνοδικότητος. Ὁ ἐπίσκοπός μας δὲν συμμετεῖχε καὶ βεβαίως δὲν ὑπέγραψε κανένα κείμενο  τῆς Συνόδου. Γιατὶ λοιπὸ τόσο βεβιασμένες κινήσεις; Δὲν μπορῶ νὰ συνδέσω τὰ πράγματα. Καὶ λέγω· μήπως ὑπῆρχαν αἴτια καὶ περίμενε κάποιος νὰ βρῆ ἀφορμή, γιὰ νὰ διακόψη τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἐπισκόπου; Μήπως ὠθοῦν κάποιοι τὰ πράγματα, ποὺ ἀπειλοῦν, εἶδα ἕνα ἀνώνυμο κείμενο, νὰ κάνουν τὴν Φλώρινα Λάρισα! Γιατί; Ποιὰ σχέσι ἔχομε μὲ τὴν Λάρισα; Εἶναι ὁ ἐπίσκοπός μας μοιχεπιβάτης; Γιὰ πεῖτε τὰ πράγματα καθαρά, γιὰ νὰ ξέρομε τί γίνεται.

Τέλος, ἐπειδὴ ἔχει μπεῖ στὸ στόχαστρο κάποιων ὁ ἐπίσκοπός μας, συνειρμικά βλέπω ἕναν κόμπο ἀκόμα στὸ θέμα. Κάποιοι κάνουν μόνιμα σύγκρισι Αὐγουστίνου καὶ Θεοκλήτου, καὶ βεβαίως ἀνεβάζουν τὸν Αὐγουστῖνο στὸν οὐρανό, καὶ πραγματικὰ ἐκεῖ εἶναι ἡ θέσις του, τὸν δὲ Θεόκλητο ρίχνουν στὰ τάρταρα, καὶ δὲν εἶναι ἐκεῖ ἡ θέσις του. Ἡ θέσις του εἶναι δίπλα στὸν Αὐγουστῖνο, ὅπως ἦταν ἐπὶ τριάντα τρία χρόνια ἐν ἐνεργείᾳ, καὶ μέχρι σήμερα δὲν κάνει τίποτε χωρὶς νὰ ἀναφέρη τιμητικά τὸν γέροντά του. Αὐγουστῖνος δὲν μπορεῖ νὰ γίνη κανένας. Μὲ τὴν καθιέρωσι τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἡ Ἐκκλησία ἀπέκλεισε τέτοιους εἴδους σύγκρίσεις. Θυμίζω ἀκόμα ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι μοναδικός. Κανένας μέχρι σήμερα δὲν τὸν ἔφτασε. Ὁ Πρόκλος ἦταν μαθητής του καὶ στενὸς συνεργάτης του. Ἔγινε μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἄλλους, καὶ αὐτὸς ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔφερε τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Χρυσοστόμου ἀπὸ τὸν τόπο ἐξορίας του στὴν πρωτεύουσα. Εἶναι τέταρτος στὴν σειρὰ διάδοχος τοῦ Χρυσοστόμου στὸν θρόνο, ἀλλὰ δὲν ἔγινε ποτὲ Χρυσόστομος. Εἶναι ὅμως ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας ὅπως καὶ ὁ Χρυσόστομος.

Δημήτριος Π. Ρίζος

07.09.2016