Οι λιβελλογράφοι και οι ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ μου απέναντι στην συμφωνία των Πρεσπών

Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγητριας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.

Χαιρετώ  τους καθ ύλην λιβελλογράφους και κακοπροαίετους τουλάχιστον  κονδυλοφόρους         που αποπειρώνται  να παρέμβουν, ειδικά σε περιόδους αιχμής, όπως η προεκλογική περίοδος, αποπειρώμενοι να σπιλώσουν υπολήψεις και να προσγράψουν κακοήθεις ερμηνείες  γραφομένων, ανατρέποντας διαφαινόμενα εκλογικά αποτελέσματα που δεν αποβαίνουν υπέρ των συμφερόντων τους.

Μεσούσης της προεκλογικής περιόδου έγινα αποδέκτης σχολίων που επιχειρούν να διαστρεβλώσουν την στάση μου αναφορικά με την συμφωνία των Πρεσπών,  με σκοπό να επηρεάσουν σε βάρος μου το εκλογικό αποτέλεσμα. Διαβλέπουν δηλαδή πως στα άπειρα άρθρα μου στο διαδίκτυο που  τάσσονται κατά της συμφωνίας των Πρεσπών, απροκάλυπτα και εκκωφαντικά, υφίσταται «θετική από μέρους μου αποδοχή της συμφωνίας των Πρεσπών. Η υστεροβουλία τους μάλιστα φτάνει ως το σημείο να ψέξει τον Αρχηγό της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη που ενέταξε στο ψηφοδέλτιό του μια όλως διατείνονται υπέρμαχο της συμφωνίας .

Επειδή τα κίνητρά τους είναι εύλογα, δεν θα αναλωθώ σε υποθέσεις για την ταυτότητά τους και για τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούν. Θα εστιάσω όμως σε σημεία των γραφομένων μου. στα οποία αποτυπώνεται,  για τους νοήμονες αλλά και για τους ανυστερόβουλους,  η κάθετα αρνητική στάση μου απέναντι στην συμφωνία των Πρεσπών.

Ξεκινώ από το άρθρο μου που δημοσιεύτηκε  στην εφημερίδα Καθημερινή, στις 23.6.2018 με τίτλο «Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, η «δημιουργική ασάφεια» Βαρουφάκη και οι «Σλαβομακεδόνες» . Στο άρθρο επιχειρήθηκε μια πρώτη αποτύπωση-ανάγνωση των δεδομένων που δημιούργησε  η συμφωνία των Τσίπρα-Ζάεφ, μέσα από την ανάγνωση των θετικών-αρνητικών της διαστάσεων. Στα πρώτα αποτυπώθηκε η εκδοχή της κυβέρνησης « για απαλοιφή του αλυτρωτισμού  των Σκοπίων από το σύνταγμα, αποσύνδεση του  εθνικιστικού αλυτρωτισμού της χώρας από το ιδεολόγημα της αναγωγής της κουλτούρας της στην ελληνική αρχαιότητα  και δημιουργία των προϋποθέσεων για σταθερότητα στην περιφέρεια των Δυτικών Βαλκανίων.. Αμέσως μετά έγινε η περιγραφή των εγγενών μειονεκτημάτων της συμφωνίας  που είναι  η αναγνώριση «μακεδονικής ιθαγένειας» και «μακεδονικής γλώσσας»:

«Η απόπειρα όμως των συντακτών της συμφωνίας να προσδιορίσουν την ιθαγένεια/υπηκοότητα ως «μακεδονική» είναι τουλάχιστον αδόκιμη: η ιθαγένεια-/nationality σε αντίστιξη με την εθνότητα/ethnicity απορρέει από τη σχέση κάποιου με το κράτος. Αφού το κράτος είναι η Βόρεια Μακεδονία, θα έπρεπε να περιγράφει τον «πολίτη της Βόρειας Μακεδονίας». Η απόφαση για τη μη πλήρη αντιστοίχιση ιθαγένειας/νέου ονόματος αφήνει περιθώρια για σύγχυση ανάμεσα στο nationality και στο ethnicity και οδηγεί σε ό,τι ο Βαρουφάκης είχε ορίσει ως «δημιουργική ασάφεια». Τέλος, η απόδοση στη γλώσσα του όρου «μακεδονική» εντάσσεται επίσης στο πεδίο της «δημιουργικής ασάφειας: η γλώσσα θεωρείται από όλους τους θεωρητικούς περί «έθνους», συνυφασμένη με τις έννοιες «εθνότητα/nationality» και εθνικισμός/nationalism. Αρα, η αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» ως στοιχείου «μακεδονικής εθνότητας» μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αποδεχόμαστε, χωρίς τον προσδιορισμό μιας ιστορικής αφετηρίας, τη γένεση του «μακεδονισμού….»

 

Η θεώρηση των αρνητικών παραμέτρων της συμφωνίας απλώς παραλείπεται όλως τυχαία..

Προχωράω στο άρθρο μου Οι ταυτότητες και η συμφωνία των Πρεσπών π                            ου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 14.07.2018

Στο συγκεκριμένο άρθρο η ανάλυση εστίασε στα εξής ερωτήματα-καταγγελίες: :

«α) η ιθαγένεια σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο απονέμεται από το κράτος στους πολίτες του. Γιατί όμως, στο πλαίσιο της συμφωνίας των Πρεσπών, ένα κράτος που έχει το συνταγματικό όνομα «Βόρεια Μακεδονία», αποδεχόμαστε να απονέμει στους πολίτες του αντί του ονόματος «Βόρειοι Μακεδόνες» το όνομα «Μακεδόνες»; β) Η εθνότητα (ethnicity) διέπεται από τις αρχές του αυτοπροσδιορισμού, αλλά εντούτοις Τσίπρας και Ζάεφ, κυρίως για να καθησυχάσουν ένθεν και ένθεν την κοινή γνώμη, αποδέχθηκαν, στο πλαίσιο των αστερίσκων της συμφωνίας, πως οι «Μακεδόνες» της FYROM δεν έχουν σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες. Αλλά ουδέν φαεινότερον τούτου. Αντίθετα και με βάση το δίκαιο, θα έπρεπε να καταγραφεί πως η νομική/θεσμική γένεση των «Βορειομακεδόνων» άρχεται από την ψήφιση του Αντιφασιστικού Συμφώνου Λαϊκής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας που συνομολογήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 1943, για να αποκλειστεί οποιαδήποτε σύγχυση με τους σλαβόφωνους της ελληνικής Μακεδονίας ή με τα μέλη των «σλαβομακεδόνων» του ΚΚΕ που δεν αυτονομήθηκαν εντασσόμενοι στη γιουγκοσλαβική εκδοχή του «μακεδονισμού» την περίοδο 1943-1944. Τότε θα είχαμε διασφάλιση από οποιαδήποτε απόπειρα αναβίωσης ενός «αλυτρωτικού μακεδονισμού».

Συνεχίζω με το άρθρο μου  «Η ιστορική διαδρομή των «Μακεδονικών» – Άρθρο στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ που δημοσιεύτηκε στις 18.8.2018. Σκοπός του άρθρου ήταν η ιστορική θεώρηση της ταυτότητας της γλώσσας των σλαβόφωνων από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Η θεώρηση αυτή θα εστιάσει στον προσδιορισμό της  γλώσσας των Σκοπίων ως «βουλγαρομακεδονικής», στην αναγνώρισής της ως «σλαβομακεδονικής» από το ΚΚΕ και  στην κατάπτυστη πρόσφατη γραπτή, επίσημη αναγνώρισή της στο πλαίσιο της συμφωνίας των Πρεσπών ως «Μακεδονικής».  Η αναδρομή καταλήγει στο εξής ερώτημα: «γιατί η πολιτική ηγεσία της FYROM ταυτίστηκε με τον εθνικιστικό σοβινισμό των μελών της «Αντιφασιστικής Συνέλευσης Λαϊκής Απελευθέρωσης της Μακεδονίας» και αναγνώρισε τη γλώσσα τους, και επομένως και την ταυτότητά τους, ως «Μακεδονικής»;

 

Έπεται το άρθρο μου «Η συμφωνία των Πρεσπών και τα παρεπόμενά της»  που δημοσιεύτηκε  στις 04/12/2018.Το άρθρο τονίζει ότι η διαφαινόμενη λόγω των δηλώσεων Ζάεφ μελλοντική προοπτική διδασκαλίας της αναγνωρισμένης από εμάς «μακεδονικής» γλώσσας στην Ελλάδα και στα ελληνικά σχολεία,  μπορεί και να είναι προ των πυλών, κάτι που  καθιστά όλο και περισσότερο πιθανό το ενδεχόμενο πως η ίδρυση τέτοιων σχολείων θα είναι το διακύβευμα της κυβέρνησης των «Βορειομακεδόνων» στο εγγύς μέλλον. Καταλήγει  μάλιστα πως « οι περιπέτειες για την Ελλάδα και για την Δυτική Μακεδονία, χάρις στη συμφωνία των Πρεσπών, η οποία, όπως αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι, αντί να λύνει προβλήματα αναβιώνει ζητήματα ταυτοτήτων που είχαμε ξεχάσει, θα είναι οπωσδήποτε μπροστά μας.»

 

Συνεχίζω με το  άρθρο μου Διαβάζοντας την Οδό Πρεσπών (Μίλητος 2019) του Ν. Μέρτζου  που δημοσιεύτηκε  το Σάββατο 2 3. 2019 . Το άρθρο εκκινεί από την διαπίστωση πως το βιβλίο αντιπροσωπεύει, μια «όψιμη στροφή στη ρεάλ πολιτικ» του συγγραφέα, Και καταλήγει: Λυπάμαι εμένα, αν και διάβασα το βιβλίο  προσεκτικά ουδόλως με πείσατε. Συγκεκριμένα,  δεν μπορώ να συμφωνήσω μαζί σας πως «η συμφωνία των Πρεσπών υπηρετεί την ασφάλεια, την εδαφική ακεραιότητα και την ειρήνη της χώρας». Εξακολουθώ να πιστεύω και μετά την ανάγνωση πως «ἥδε ἡ ἡμέρα ( σσ.της υπογραφής της) τοῖς Ἕλλησι μεγάλων κακῶν ἄρξει. ..» (Θουκυδίδης 2.12-2.13.9).  

Εστιάζω ακόμα στο άρθρο μου «Λόγοι που συνιστούν προϋποθέσεις για την ακύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών,  της  27ης  Ιανουαρίου 2019.  Το άρθρο ξεκινάει με μια αναφορά στο τι θα μπορούσε να είχε γίνει στη Φλώρινα μετά την αναγνώριση της συμφωνίας..

Μετά την ψήφιση της συμφωνίας, οικογενειακός μας φίλος μου διηγήθηκε, ¨τα εξής: κοιμήθηκε και είδε ένα περίεργο όνειρο: στην πόλη της Φλώρινας, οι άνθρωποι είχαν βγει στους δρόμους, επειδή εντελώς ξαφνικά ήξεραν όλοι πως είχε ψηφιστεί η συμφωνία, αφού τα σχολεία είχαν κλείσει, οι καμπάνες χτυπούσαν πένθιμα και οι σημαίες στα δημόσια ιδρύματα κυμάτιζαν μεσίστιες. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε, με μια δόση πικρίας και απογοήτευσης, πως όλα ήταν στη θέση τους, όπως και πρώτα, πως είχε ονειρευτεί μια άλλη κοινωνία, σε μια άλλη ίσως εποχή, με άλλους άρχοντες και πολίτες.

 

Στη συνέχεια το άρθρο μου  αναφέρεται στους λόγους που σχετίζονται με την διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά την κύρωση της συμφωνίας, στους λόγους που σχετίζονται με το κείμενο της συμφωνίας και στους λόγους που αφορούν στις μελλοντικές συνέπειες της συμφωνίας για την χώρα μας.

Η περιδιάβαση στα άρθρα μου έλαβε τέλος. Κατά το αρχαίον

έστι δίκης οφθαλμός ος τα πανθ ορά..»..