Οφειλόμενη απάντηση: «Η επίσκεψη του Υφυπουργού Παιδείας κ. Συρίγου και η παρουσία μου, εν τη απουσία μου, στον λόγο και στα επιχειρήματα της Αντιπολίτευσης»

Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτρια Νέας Ελληνικής Ιστορίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας

Μετά την δημοσίευση  του κ. Τριανταφυλλίδη στον ηλεκτρονικό «Παρατηρητή» η οποία αναδημοσιεύτηκε στο «Ελεύθερο Βήμα»  της Φλώρινας της 23ης  Ιουνίου 2021, πραγματικά αισθάνομαι ότι πρέπει να επανατοποθετηθώ, σχετικά με το ζήτημα του πανεπιστημίου, την τοποθέτηση του κυρίου Συρίγου, την παρέμβαση του κ. Τριανταφυλλίδη και το άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στο alfavita στις 25.1.2021 και το οποίο αφορούσε στον κίνδυνο της συρρίκνωσης του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.

Και αυτό επειδή, ενώ οι τοπικοί παράγοντες, προεξάρχοντος όλου του γραφείου του κ. βουλευτή, με είχαν αφήσει απέξω από τους σχεδιασμούς τους, αναφορικά με την επίσκεψη του κυρίου Υφυπουργού παιδείας, αρμόδιου για θέματα ΑΕΙ, Καθηγητή  Άγγελου Συρίγου, το άρθρο του κυρίου Τριανταφυλλίδη έδωσε σε πλείστους όσους την εντύπωση πως εγώ μετείχα ως φυσικό υποκείμενο στο πρόγραμμα της επίσκεψης.

Στην ουσία πρόκειται για δύο διαφορετικά ζητήματα που επιθυμώ να θίξω: το πρώτο σχετίζεται με την προχειρότητα στον σχεδιασμό της επίσκεψης του κ. Υπουργού από την μεριά του γραφείου του βουλευτή και το άλλο αναφέρεται στην εντύπωση που δημιούργησε η αντιπολίτευση, εκμεταλλευόμενη την απουσία μου, πως εγώ συναινούσα  από τον Ιανουάριο στην κριτική που ασκήθηκε στο Νομοσχέδιο της κυβέρνησης και στην θέση της για το πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.

Και ξεκινάω με την θέση του βουλευτικού γραφείου πως θα έπρεπε να αποδώσω την απουσία μου από την επίσκεψη των τοπικών παραγόντων του κόμματος στον Υπουργό, στο πανεπιστήμιο και την διοίκησή του το οποίο δεν με συμπεριέλαβε σε εκείνους που θα έπαιρναν μέρος. Ο ισχυρισμός αποπειράται να συγκαλύψει ευθύνες και να τις μεταθέσει αλλού. Πραγματικά, το Τμήμα δημοσίων σχέσεων του πανεπιστημίου προσκάλεσε τους Αντιπρυτάνεις και τους Προέδρους και τους Κοσμήτορες των Τμημάτων του πανεπιστημίου  για να επιλύσουν με τον κ. Υπουργό ζητήματα βιωσιμότητας των Τμημάτων του, τα οποία ενέπιπταν στην δική τους αρμοδιότητα. Αυτός ήταν και ο ακαδημαϊκός σκοπός της πρόσκλησης, αλλά και της επίσκεψης του κ. Υπουργού. Εγώ δεν ήμουν ούτε πρόεδρος Τμήματος ούτε Κοσμήτορας, πολλώ δε μάλλον δεν είχα εκλεγεί Αντιπρύτανης. Άρα δεν είχα κανέναν ρόλο σχετικό με το αντικείμενο αυτό.

Υπήρχε όμως και ένα άλλο πλαίσιο, αυτό της εκπροσώπησης των κομματικών στελεχών και παραγόντων της ΝΔ στην επίσκεψη του κ. Υπουργού. Πέρα από τον βουλευτή, τον Δήμαρχο και τον Αντιπεριφερειάρχη, το γραφείο του βουλευτή όφειλε να προσκαλέσει τους πολιτευτές της ΝΔ, που συστρατεύτηκαν με το κόμμα στην εκλογική αναμέτρηση που προηγήθηκε, πολλώ δε μάλλον όταν αυτοί α) έχουν οργανική σχέση με το πανεπιστήμιο  στην πιο υψηλή βαθμίδα του (Καθηγήτρια α βαθμίδας) β) έχουν αρθρογραφήσει επανειλημμένα και έχουν θέσεις για το μέλλον του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, (τις οποίες το γραφείο του βουλευτή κατά τεκμήριο  αγνοεί ) γ) έχουν  τριβή με το Μακεδονικό Ζήτημα και μάλιστα από την θέση του Εμπειρογνώμονα του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η πρόσκληση στην περίπτωση αυτή υπερβαίνει την διάσταση του τιμητικού χαρακτήρα ή της αναγνώρισης και σχετίζεται με την καλύτερη προετοιμασία των θέσεων που επρόκειτο να εκφραστούν προς τον κ. Υπουργό για το πανεπιστήμιο. Το έλλειμμα και του σεβασμού και της εκτίμησης προς το πρόσωπό μου, μου δημιούργησε  την εντύπωση ότι συν τοις άλλοις  υπήρξε προχειρότητα στην προετοιμασία και ότι επιδείχτηκε μια χωρίς όρια και λόγο ανασφάλεια.

Και έρχομαι τώρα στο σημαντικότερο: στις θέσεις που είχα εκφράσει τον Ιανουάριο του 2021 στο alfavita και οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν πριν από λίγο, δηλαδή  τον  Ιούλιο του 2021 ως επιχειρήματα που ενίσχυσαν τις θέσεις της αντιπολίτευσης για το πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, την ώρα μάλιστα που το κόμμα μου δεν είχε ιδέα και εγώ ήμουν, ως εκ του παροπλισμού μου από την συγκεκριμένη επίσκεψη,  ανίκανη να υπερασπιστώ η ίδια τις απόψεις μου.

Το άρθρο μου που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2021, υπογραφόταν από μένα, με την ιδιότητά μου ως πολιτευτή της ΝΔ, άρα σχετιζόταν με την αγωνία μου για την περιοχή αυτή και τον κόσμο της, που μας ψήφισε, υπερψηφίζοντας βέβαια και κυρίως τον κ. βουλευτή, για να επιλύσει τα αδιέξοδά του. Εξέφραζα την σκέψη πως η Δυτική Μακεδονία, την περίοδο της απολιγνιτοποίησης, δεν είχε την πολυτέλεια να χάσει πανεπιστημιακά τμήματα και φοιτητικό δυναμικό.

Σε καμιά περίπτωση οι θέσεις μου δεν έθιγαν τα ακαδημαϊκά κριτήρια που προτάθηκαν από την κυβέρνηση και τα οποία συμμερίζομαι ως μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας, που έχει υποστεί όλα τα φίλτρα και τις διαδικασίες των εξελίξεων των μελών ΔΕΠ. Απλώς, έχοντας υπόψη μου τις ποικίλες διαστάσεις του Μακεδονικού Ζητήματος και τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις, από τον Μεσοπόλεμο και μετά, διαχειρίστηκαν ζητήματα όπως ο «γλωσσικός εγγραμματισμός» των πληθυσμών της περιοχής και η οικονομική δυσπραγία, επιδίωξα να αναφερθώ στην ανάγκη οικονομικής ανόρθωσης της περιοχής μέσα από διαδικασίες επενδύσεων στα πεδία της εκπαίδευσης και της οικονομίας, ως προϋπόθεσης για την εφαρμογή των ακαδημαϊκών κριτηρίων που προαναφέρθηκαν, εστιάζοντας κατά αποκλειστικότητα στην δική μας περιοχή.

Διεκδίκησα δηλαδή, ένα πλαίσιο που δεν θα βγαίνει μέσα από εξισώσεις, αλλά μέσα από την επίγνωση των όρων της περιοχής. Η Δυτική Μακεδονίας, με τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας σε όλη την Ελλάδα,  έπρεπε να προσεχτεί ιδιαίτερα, κατά την γνώμη της πολιτευτού της ΝΔ. Και σε αυτή την προσέλκυση του ενδιαφέροντος της κεντρικής πολιτικής σκηνής για την μόνη «ατμομηχανή ανάπτυξης» που απέμεινε στην Δυτική Μακεδονίας, είχα την πρόθεση να εστιάσω.

Όλα αυτά όμως δεν μου δόθηκε καμία ευκαιρία να τα θέσω στον συνάδελφό μου επίσης ακαδημαϊκό κ. Υπουργό. Ούτε καν να τον καλέσω στην παρουσίαση του νέου μου βιβλίου που βγαίνει το φθινόπωρο από τις εκδόσεις Επίκεντρο με θέμα

«Μακεδονικό Ζήτημα και Εκπαίδευση 1870-1967».

Και όλα αυτά χάρις στην μη πρόσκλησή μου από τον κ. βουλευτή και το γραφείο του. Ευχαριστώ λοιπόν τον τύπο της Φλώρινας και τους φίλους δημοσιογράφους που φιλοξενούν σήμερα την απάντησή μου.

Με εκτίμηση

Σ. Ηλιάδου-Τάχου

Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας

Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας

Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας ιστορικών της Εκπαίδευσης (ΕΛΕΙΕ)

Πολιτευτής της ΝΔ

Μέλος της Μικτής Διεπιστημονικής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων

Ελλάδας-«Β. Μακεδονίας»

Για εκπαιδευτικά και αρχαιολογικά ζητήματα