Ο αφορισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ – Γράφει ο Ἀρχιμ. Εἰρηναῖος Χατζηεφραιμίδης

Σήμερα, 10 Ἀπριλίου, τιμοῦμε τὴ μνήμη τοῦ Πατριάρχη, ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄. Σὰν σήμερα (π. ἡ.), τὸ 1821, οἱ Ὀθωμανοὶ ἀπαγχόνισαν τὸν μαρτυρικὸ Πατριάρχη στὴ μεσαία πύλη τῶν Πατριαρχείων, ἡ ὁποία μέχρι τὶς μέρες μας παραμένει κλειστή.
Ὁ ἐθνομάρτυς Πατριάρχης κατηγορήθηκε διότι ἀπὸ τὸ σουλτανικὸ φιρ-μάνι ἀναγκάσθηκε, στὶς 23 Μαρτίου 1821, ν’ ἀφορίσει τὴν ἐπανάσταση στὴ Μολδοβλαχία. Ὅμως ὅλοι οἱ ἐπικριτές του λησμονοῦν ὅτι:
1. Ὁ Πατριάρχης ἦταν μὲν ὁ πνευματικὸς ἡγέτης τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλὰ ἦταν καί -τρόπον τινά- ὑπουργὸς τῶν ἐξωτερικῶν τῶν ὑποδούλων, ποὺ λο-γοδοτοῦσε στὸν σουλτάνο. Ὡς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔπρεπε νὰ ὑπογράψει κείμενο, στὸ ὁποῖο δὲν πίστευε. Ἀλλὰ ὡς ἀρχηγὸς ἔθνους ποὺ κινδύνευε, ὄφειλε νὰ κάνει πολιτικὸ ἑλιγμὸ καὶ νὰ στέρξει σὲ μέτρο, τὸ ὁποῖο ἔστω καὶ προσωρινὰ ἔσωζε τοὺς πληθυσμοὺς ἀπὸ τὴ σφαγή. Ἔκανε ὅ,τι ἔ-καναν καὶ ἄλλοι πατριάρχες: Μὲ τὸ ἕνα χέρι ὑπέγραφαν τὸν ἀφορισμὸ καὶ μὲ τὸ ἄλλο εὐλογοῦσαν τοὺς ἀφορισμένους. Τὸ ἴδιο τὸ κείμενο κραυγάζει ὅτι εἶναι προϊὸν βίας καὶ ἐσχάτης ἀνάγκης.
2. Ὁ ἀφορισμὸς δὲν ἦταν ἐπινόημα τοῦ Πατριάρχη καὶ τῆς συνόδου, ἀλλὰ τῆς Ὑψηλῆς Πύλης. Ἀκριβέστερα ἦταν σκευώρημα καὶ δημιούργημα τῆς αὐστριακῆς κυβέρνησης. Τὸ ὅτι ὁ ἀφορισμὸς δὲν ἦταν τοῦ Πατριάρχη ἐπι-νόημα μαρτυροῦν ὁ Ἰ. Φιλήμων, ὁ Σ. Τρικούπης, ὁ Ν. Σπηλιάδης. Τὸ ἐπιμαρ-τυρεῖ ἕνα ἔγγραφο τῆς Ὑψηλῆς Πύλης πρὸς τὸν ρῶσο πρεσβευτὴ Στρογανὼφ τὸν Ἰούνιο τοῦ 1821, κατὰ τὸ ὁποῖο «Ἡ Ὑψηλὴ Πύλη εἶχε τὸ δικαίωμα καὶ τὴν δύναμιν νὰ ἐξολοθρεύση πᾶν τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος, ἀλλ’ ἀντὶ τούτου, μακρο-
θύμως φερομένη, διέταξε τὸν Πατριάρχην ἵνα καταπνίξῃ τὴν ἐπανάστασιν διὰ τοῦ ἀφορισμοῦ».
3. Τὸ δίλημμα ἦταν ἀδυσώπητο γιὰ τὸν Γρηγόριο: Ἢ ἐκδίδουμε ἀφορισμὸ καὶ ρίχνουμε στάχτη στὰ καχύποπτα μάτια τοῦ σουλτάνου˙ ἢ δὲν ἀφορίζουμε καὶ ἀφήνουμε τοὺς πληθυσμοὺς ἔκθετους στὴ μανία τοῦ δυνάστη˙ ὁπότε ὁ ἑλληνικὸς κόσμος θὰ ἦταν καταδικασμένος στὴν ἀπώλεια. Κάθε ἄλλη ἀπό-φαση θὰ ἦταν παράλογη, ἄστοχη καὶ μὴ ρεαλιστική.
4. Στὴν οὐσία τὸ μέτρο τοῦ ἀφορισμοῦ δὲν εἶχε βάση. Ὁ ἀφορισμὸς εἶναι τὸ ἰσχυρότερο πνευματικὸ ὅπλο τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὸ ὁποῖο ἐκβάλλεται τῆς μάνδρας τοῦ Χριστοῦ ὅποιος παρέβη ἀσύστολα τὶς ἠθικὲς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγ-γελίου. Ἀλλὰ ἡ Πύλη ἐπέβαλε πολλὲς φορὲς τὴν ἔκδοση ἀφορισμοῦ γιὰ πο-λιτικὴ ἐκμετάλλευση. Ὁπωσδήποτε δὲ ἔχει κάτι τὸ τραγελαφικὸ ὁ ἀφορισμὸς τῶν ὑπερμάχων τῆς πίστεως, γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως.
5. Ὁ Γρηγόριος ὁ Ε΄ συμμορφώθηκε ἀπόλυτα πρὸς τὴ σταθερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐνθάρρυνε ἀντίσταση ἢ ἐπανάσταση κατὰ τῶν ἀπίστων δυναστῶν. Στὴν ὀθωμανοκρατία τὸ Πατριαρχεῖο ἀκολούθησε πολιτικὴ νομιμοφροσύνης καὶ μὴ ἀναμίξεως στὶς ὑποθέσεις «τοῦ κόσμου τούτου», ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ μποροῦσε καὶ ὑπὸ τὴ δουλεία νὰ ἐπιτελέσει τὸ κύριο ἔργο του, τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν. Οἱ θανάσιμοι κίνδυνοι, ποὺ ἐπὶ τέσ-σερις αἰῶνες διέτρεχαν τὸ Γένος καὶ ἡ Ὀρθοδοξία, δὲν στάθηκαν ἱκανοὶ νὰ ἐκτρέψουν τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ αὐτὴν τὴν πολιτικὴ τῆς συνέσεως ποὺ ἀνέκα-θεν ἀκολουθοῦσε.
Ἡ Ἐκκλησία ζοῦσε ὑπὸ τοὺς μόνιμους φόβους, μήπως ἐκθέσει τὸν Ἑλλη-νισμὸ στὴν ἐκδικητικὴ μανία τῶν Τούρκων καὶ τελικὰ στὸν ἀφανισμό. Ἡ καταστροφὴ τοῦ 1922 δὲν τὴ διέψευσε.
6. Ὁ Πατριάρχης πίστευε ὅτι οἱ Ἕλληνες θὰ κατανοοῦσαν τὴ θέση του καὶ θὰ καταλάβαιναν ὅτι ὁ ἀφορισμὸς δὲν εἶναι ἔκφραση τῆς πατριαρχικῆς βουλήσεως. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀφορισμὸς δὲν εἶχε δυσμενῆ ἐπίδραση στὴν Πελο-πόννησο. Οἱ ἴδιοι οἱ ἀφορισμένοι τὸν θεώρησαν ἄγραφο χάρτη. Ὅλοι γνώρι-ζαν ὅτι εἶναι προϊὸν βίας, ἡ ὁποία ἀσκεῖται ὑπὸ τὸ ἀνελεύθερο καθεστὼς τοῦ σουλτάνου.
Εἶναι δὲ ἀξιοσημείωτο ὅτι, ὅταν ὁ Γρηγόριος ἐξέδωσε ἀφοριστικὴ ἐγκύκλιο ἐναντίον τῶν Σουλιωτῶν ποὺ βοηθοῦσαν τὸν Ἀλῆ-πασᾶ κατὰ τῶν σουλ-τανικῶν στρατευμάτων, ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης, ποὺ ἔπιανε τὸ νόημα αὐτῶν τῶν ἀφορισμῶν, ἔγραφε πρὸς τὸν Κολοκοτρώνη στὶς 29 Ἰανουαρίου 1821: «Ὁ μὲν Πατριάρχης, βιαζόμενος παρὰ τῆς Πόρτας, σᾶς στέλλει ἀφορι-στικὰ καὶ ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς, ὅμως, νὰ τὰ θεωρῆτε ταῦτα ὡς ἄκυρα, καθότι γίνονται μὲ βίαν καὶ δυνα-στείαν καὶ ἄνευ θελήσεως τοῦ Πατριάρχου».
7. Οὐδέποτε ὁ σουλτάνος πίστευσε ὅτι ὁ ἀφορισμὸς ἐξέφραζε τὶς πεποιθή-σεις τῶν συντακτῶν του. Θεωροῦσε τὸν Πατριάρχη συνυπεύθυνο γιὰ τὴν ἐ-
πανάσταση. Γι’ αὐτὸ καὶ στὴ θανατική του καταδίκη (γιαφτᾶ) ἔγραψε ὅτι ὁ Πατριάρχης συμμετέσχε κρυφὰ ὡς ἀρχηγὸς τῆς ἐπαναστάσεως.
8. Σύγχρονοι ἱστορικοί, ὅπως ὁ Μ. Οἰκονόμου καὶ ὁ Ν. Σπηλιάδης, παρουσι-άζουν τὸν Πατριάρχη ὡς προσωπικότητα μὲ πατριωτισμό, πνεῦμα αὐτοθυ-σίας καὶ πολιτικὴ εὐθυκρισία. Οὐδεὶς ἔχει τὸ δικαίωμα ν’ ἀμφισβητεῖ τὸν πα-τριωτισμὸ τοῦ Γρηγορίου.
9. Ὁ ἀφορισμὸς ἐκδόθηκε ὄχι γιὰ ν’ ἀσφαλισθοῦν ἡ ζωὴ καὶ τὰ προνόμια τῶν συντακτῶν του -ἄλλως θὰ ἦταν ἡ πιὸ ἀνήθικη πράξη- ἀλλὰ γιὰ ν’ ἀπο-τραπεῖ ὁ γενικὸς κίνδυνος σφαγῆς τῶν Ὀρθοδόξων.
Τὸ καθῆκον του, λοιπόν, ἔπραξε ὁ Πατριάρχης. Τὸ καθῆκον του τὸν κράτη-σε στὴν Πόλη, ἐνῶ μποροῦσε νὰ διαφύγει. Αὐτὸ τὸ καθῆκον τὸν ἀνέβασε στὸ ἰκρίωμα καὶ στὶς συνειδήσεις τῶν Ἑλλήνων, ποὺ μαζὶ μὲ τὸν Βαλαωρίτη ὑψώνουν τὴ φωνή τους:
Τὸ λείψανό σου τὸ φτωχό,
τὸ ποδοπατημένο, τ’ ἀνάστησε ἡ ἀγάπη μας
κι’ ἐδῶ μαρμαρωμένο
θὰ στέκη ὁλόρθο, ἀκλόνητο
κι’ αἰώνιο θὲ νὰ ζήση
νἆναι φοβέρα ἀδιάκοπη
σ’ Ἀνατολὴ καὶ Δύση.
Εἶναι αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ λαοῦ τοῦ προδομένου, ποὺ ξέρει νὰ διακρίνει: Ποι-οί εἶναι οἱ ἐθνοσωτῆρες καὶ ποιοί οἱ ὀλετῆρες˙ ποιοί οἱ ἐθνοπατέρες καὶ ποιοί οἱ ἐθνοκτόνοι˙ ποιοί θυσιάσθηκαν γι’ αὐτὸν καὶ ποιοί τὸν θυσίασαν.