«Ιστορία Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Φλωρίνης»

«Ιστορία Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Φλωρίνης»

(Ομιλία με αφορμή τα 50 χρόνια από τη θεμελίωση του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Φλωρίνης)

Κων/νου Ραπτόπουλου-Χατζηστεφάνου

Αίθουσα Θεάτρου ΦΣΦ «Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ»

03/12/2017

 

 

 

Σεβασμιότατε Φλωρίνης Πρεσπών & Εορδαίας,

Σεβασμιότατε Νέας Κρήνης & Καλαμαριάς,

Σεβαστοί ιερείς

κ. Αντιδήμαρχε Φλώρινας

Αγαπητοί Ενορίτες

κυρίες και κύριοι

 

Εορτάζονται φέτος τα 50 χρόνια από τη θεμελίωση του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής Φλωρίνης, με λατρευτικές και εορταστικές εκδηλώσεις. Η Αγία Παρασκευή τιμάται ιδιαιτέρως στην περιοχή μας, για δε τους πιστούς, ο συγκεκριμένος ναός αποτελεί μόνιμο και σταθερό σημείο πνευματικής λειτουργίας, λατρευτικής διακονίας και κοινωνικής προσφοράς.

 

Οι πρώτες αναφορές για τον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής, καταγράφονται σε αφήγηση της κας Φανής Γκίλλου, παλαιάς Φλωρινιώτισσας και αρκετά προχωρημένης ηλικίας, όταν συνομιλεί με τον Αρχιμανδρίτη Γερμανό Χρηστίδη για το άρθρο «Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΥ», του Περιοδικού ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, Τεύχος Νο 89-90, Έτος 1971): «Οι χριστιανοί που μένανε στην Φλώρινα εκκλησιάζοντο και πριν κτησθή ο ναός του Αγίου Γεωργίου. Σε υπάρχοντα ναό. Στην εκκλησία της Αγίας Άννης που ήταν κτισμένη στα ανατολικά, της Φλωρίνης προς το σημερινό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Μάλιστα υπήρχε αγίασμα και όποιος έπινε και επλύνετο από εκείνο το νερό εγιατρεύετο από τυχούσαν αρρώστεια. Ποιος ξέρει όμως για ποιους λόγους οι τούρκοι την κατέστρεψαν και αφού σχεδόν την κατεδάφισαν, την μετέτρεψαν σε τόπο τούρκικου προσκυνήματος».

Ο Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου κτίσθηκε από τους Φλωρινιώτες χριστιανούς το 1835. Σύμφωνα με την αφήγηση, πριν την κατασκευή του Αγίου Γεωργίου, κάπου κοντά στο σημερινό χώρο του ναού της Αγίας Παρασκευής, υπήρχε ένα εκκλησάκι προς τιμή της Αγίας Άννης, κοντά σε μια πηγή. Βρισκόταν δε, αρκετά μακριά από την τότε πόλη.

Πως, το εκκλησάκι της Αγίας Άννης, μετονομάστηκε σε Αγίας Παρασκευής, δεν είναι ξεκαθαρισμένο, αφού δεν υπάρχουν σχετικές αναφορές.

 

Το γεγονός είναι ότι το 1933, έτος που χτίζονταν ο Συνοικισμός των Μοναστηριωτών (Σημ: οι Μοναστηριώτες ήρθαν ως πρόσφυγες το 1915 και εγκαταστάθηκαν αρχικά, σε παραπήγματα μέσα στην πόλη), επιτροπή κυριών της πόλης μας αποτελούμενη από τις κυρίες Λαλαγιάννη Βασιλική, Δασκαλάκη Λούλα, Γραικιώτου Φανή, Ευγενίδου, Αναστασία Φανή Παπαθανασίου με τη συμβολή του τότε Διοικητή της Στρατιωτικής Φρουράς Φλωρίνης Συνταγματάρχη Χρήστου Φιωτάκη (ο οποίος παρείχε στρατιώτες-εργάτες, χτίστες, εργαλεία, κλπ), έχτισε παρεκκλήσιο στο όνομα της Αγίας Παρασκευής, σε χώρο βόρεια του Στρατοπέδου, που πιθανώς να ήταν και του Στρατού. Γι’ αυτό και η παράδοση ότι η Αγία Παρασκευή είναι του Στρατού.

 

Με έγγραφο, το Υπουργείο Θρησκευμάτων και Παιδείας (03/12/1934), απαντά θετικά σε αίτημα του τότε Μητροπολίτη Φλωρίνης & Αλμωπίας Βασιλείου: «περί χορηγήσεως άδειας ανεγέρσεως ναϊδρίου παρά τους στρατώνας Φλωρίνης, όπου υφίστατο το ναΐδριον της Αγίας Παρασκευής, υπό τον όρον της υπαγωγής του μετά την αποπεράτωσίν του εις την ενορίαν του Αγίου Γεωργίου Φλωρίνης» (Αρχείο ΙΜΦΠΕ).

 

Επομένως, το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, πρώτα χτίστηκε και μετά αδειοδοτήθηκε από το αρμόδιο Υπουργείο, κατόπιν αιτήματος του τότε Μητροπολίτη.

 

Ο πρώτος ναός ήταν μικρός αλλά εντυπωσιακός, σχεδόν τετράγωνος, με έναν μικρό τρούλο, που του χάριζε κομψότητα και ομορφιά. Δεν είχε καμπαναριό. Χτίστηκε από ανθρώπους με μεράκι και γούστο. Χωρούσε λίγους πιστούς. Η αυλή του, ένα μεγάλο λιβάδι με άγρια πρασινάδα, σκόρπιες λεύκες, ακακίες και πευκάκια, περιφραγμένο με αγκαθωτό σύρμα σε σιδερένιους πασσάλους. Η τεράστια αυλή, είχε δυο εισόδους που ενώνονταν διαγωνίως με ένα χωμάτινο μονοπάτι. Η μία στην δυτική/πάνω πλευρά με καγκελόπορτες, που στηρίζονταν σε δυο κολώνες από τούβλα. Στη δεξιά κολώνα υπήρχε και ένα πολύ μικρό εικονοστάσι με την εικόνα της Αγίας Παρασκευής και καντήλα, πάντα αναμμένη από τις γυναίκες της γειτονιάς. Στην ανατολική/κάτω πλευρά υπήρχε ένα μικρότερο χτιστό εκκλησάκι, όπου υπήρχε και εκεί καντήλα με εικόνα της.

 

Αργότερα, και πριν το 1937, προστέθηκε μικρή προέκταση ίδιας κατασκευής με το αρχικό σχέδιο και ένα μικρό καμπαναριό στη σκεπή, που στηρίζονταν και σε δυο εξωτερικές κολώνες δημιουργώντας ωραία είσοδο. Μεγαλώνοντας ο ναός, παρέμεινε χαριτωμένος και κομψός.

 

Άγνωστο πότε, αλλά πριν το 1937, καταγράφεται ότι επιχειρήθηκε κατάληψή του από μερικούς παλαιοημερολογίτες της πόλης. (Απόσπασμα από την υπ’ αριθ. 149 ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ, 08/03/1937).

 

Ο Ναός χτίστηκε με τον τρόπο με τον οποίο χτίστηκε, και άρχισε να λειτουργεί και να τελείται σε αυτόν Θεία Λειτουργία τις Κυριακές, όταν περίσσευε ιερέας από τον Άγιο Γεώργιο, πάντοτε όμως τις Παρασκευές, όπως και σήμερα. Στον Ναό δεν τελούνταν μυστήρια (γάμοι, βαφτίσεις). Όλα τελούνταν στον Ι.Ν. Αγ. Γεωργίου. Προπολεμικά, λειτουργούσε και ο Αρχιμανδρίτης π. Γερμανός Χρηστίδης, με ψάλτες από τον Συνοικισμό.

 

Οι Μοναστηριώτες αγάπησαν το εκκλησάκι που ήταν στη νέα τους γειτονιά, το φρόντιζαν τόσο πολύ, ώστε το Μητροπολιτικό Συμβούλιο εκφράζει τον θαυμασμό και την απορία του διότι «παρά τις εντολές του Σεβασμιοτάτου και την απαγόρευση τέλεσης μυστηρίων από τους εφημερίους, η επιτροπή ανέγερσης εξακολουθεί να το κρατά ανοικτό, για προσκύνηση των πιστών, δεχόμενη αφιερώματα, εισφορές και έσοδα από τα κεριά». (Απόσπασμα από την υπ’ αριθ. 149 ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ, 08/03/1937).

 

Το δέσιμο των κατοίκων με το εκκλησάκι, δημιουργεί προστριβές με τον Μητροπολίτη Βασίλειο στον έλεγχο και τη διοίκησή του, αλλά όχι και άδικα, διότι όταν η ενοριακή επιτροπή του Αγ. Γεωργίου πήγε να παραλάβει το παρεκκλήσι (11/10/1936), η Επιτροπή κυριών απαίτησε να παραλάβουν και τα χρέη (20.000 δρχ.) που είχαν δημιουργηθεί από το κτίσιμό του. Η επιτροπή του Αγίου Γεωργίου, φυσικά, έφυγε άπρακτη. Στη συνέχεια, το Μητροπολιτικό Συμβούλιο διατάζει την ενοριακή επιτροπή  να παραλάβει τη διοίκηση και τη διαχείριση του παρεκκλησίου και εάν προβληθεί αντίσταση να ζητηθεί η βοήθεια της Αστυνομίας. (08/03/1937). (Απόσπασμα από την υπ’ αριθ. 149 ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ, 08/03/1937).

 

Ενδεικτική ήταν ακόμη, η διαφωνία και για την πληρωμή γυναίκας που καθάριζε τον ναό, διότι τέτοια θέση δεν προβλεπόταν και διότι η καθαριότητά του, ήταν υποχρέωση των νεωκόρων του Αγ. Γεωργίου» (Αρχείο ΙΜΦΠΕ).

 

Οι κόντρες και οι συγκρούσεις αυτές, μεταξύ της Επιτροπής κυριών και Μητροπόλεως, κάπου εκείνη την χρονιά (1937) τελειώνουν, αφενός διότι δεν καταγράφονται άλλες παρόμοιες πληροφορίες, και αφετέρου διότι στους κόλπους της Εκκλησίας προέχει η «αγάπη», η «οικονομία» και η «ενότητα» των μελών της «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» (Ἰωαν. ΙΖ, 21).

 

Στον πόλεμο του 1940, το εκκλησάκι σπάνια λειτουργούσε για λόγους ασφαλείας. Εκείνο όμως που αξίζει να μνημονευθεί, κατά τη διάρκεια της κατοχής, είναι το ακόλουθο: Στην αυλή της εκκλησίας, λίγα μέτρα από το στρατόπεδο των Γερμανών, μεγάλα αγόρια της γειτονιάς, συγκροτούν έναν άτυπο «παιδικό» στρατό, με καθημερινή έπαρση και υποστολή σημαίας, προσευχή, προσκλητήρια, αναφορές, κοινά συσσίτια (με ό,τι είχαν), παρελάσεις και ασκήσεις ετοιμότητας. Το φαινομενικά «αθώο» παιχνίδι στόχευε στην τόνωση του εθνικού φρονήματος και της εγρήγορσης των πάντων, μικρών μεγάλων.

Μετά την απελευθέρωση και τα όσα ακολούθησαν, οι Μοναστηριώτες ζητούν τη δημιουργία Ενορίας. Γραπτά κείμενα δεν υπάρχουν, μόνο προφορικές μαρτυρίες.

 

Και «επέστη» ο καιρός. Ήρθε η ώρα η καλή, η ώρα η ευλογημένη. Με το υπ’ αριθ. 140922/12-12-1961 έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, αναγνωρίζεται νέος ενοριακός ναός της Αγίας Παρασκευής Φλωρίνης».

 

Στις 28/12/1961, «η Ιερά Μητρόπολις Φλωρίνης Αλμωπίας και Εορδαίας δια του Μητροπολίτου Βασιλείου, διορίζει προσωρινόν Εφημέριον τον Ευλαβέστατον Προσωρινόν Εφημέριον Αγίου Γεωργίου Φλωρίνης κ. παπά Βασίλειο Ηλιάδη (1ος και για 1η φορά). Η δε του ΘΕΟΥ ΧΑΡΙΣ είη μεθ’ υμών. Ο Μητροπολίτης» (Αρχείο ΙΜΦΠΕ).

 

«Καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, ἐὰν μὴ μείνῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ» (Ἰωαν. ΙΕ, 4), πώς μπορούσε η Αγία Παρασκευή, να μείνει έξω από τον αμπελώνα του Κυρίου; Έτσι, το «μικρό αμπελάκι» αρχίζει έναν πολυετή αγώνα για να μεγαλώσει, και να αποδώσει καρπούς.

 

Στις 10/01/1962, συντάσσεται το 1ο Πρακτικό του νέου Ιερού Ναού, αποτελούμενο από: τον Αιδεσιμ. π. Βασιλείου Ηλιάδη ως Προέδρο και τους κκ Αθανάσιο Τριανταφυλλίδη, Ιωάννη Αρβανιτάκη, Απόστολο Μακρυνιώτη και Κων/νο Τζάτζου. Όλοι, επιλογή του Μητροπολίτη.

 

Στις (16/04/1962, Πρακτικό Νο 3) συγκροτείται νέο ΕΣ αποτελούμενο από μόνο από Μοναστηριώτες: Πρόεδρος: π. Αθανάσιος Ρούκαλης (2ος), Αντιπρόεδρος: Ηλίας Σαράφης, Ταμίας: Νικόλαος Χρυσικός, Γραμματέας: Ανέστης Ταλειαδώρος, Μέλος: Θεόδωρος Αδάμ».

Η επιλογή των μελών του ΕΣ, έχει ιδιαίτερη σημασία. Ο καλός Λευίτης έχει την ικανότητα να διακρίνει τους συνεργάτες που θα τον στηρίξουν στο Θείο έργο του. Διότι το έργο του ιερέα είναι Έργο Θεού. Και εφόσον τα «χαρίσματα» των λαϊκών ενεργοποιούνται ως «διακονήματα» μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας, τότε κατοχυρώνεται η αυθεντική λειτουργία του Εκκλησιαστικού Σώματος, με την αξιοποίηση των μελών του.

 

Αυτό το ΕΣ, σε λιγότερο από έναν μήνα αποφασίζει ότι, σε πολύ μικρό χρονικού διάστημα είναι απαραίτητη η ανέγερση νέου Ιερού Ναού, για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες των Χριστιανών της νέας ενορίας. Συστήνει 12μελή ερανική επιτροπή για να διενεργήσει έρανο στην πόλη της Φλώρινας και τα χωριά (23/05/1962, Πρακτικό Νο 3).

 

Στην απόφαση εκείνη και τη θέληση εκείνων, οφείλεται η δημιουργία του υπάρχοντος Ι.Ν. Αγίας Παρασκευής. Οφείλουμε ευγνωμοσύνη και αποδίδουμε σήμερα την πρέπουσα τιμή και το «Αιωνία αυτών η μνήμη», διότι ως ένα σώμα, θεώρησαν ανάγκη την ανέγερση νέου ναού και προέβαλαν την ευαισθησία τους για την πρόοδο της Εκκλησίας γενικά και της ενορίας τους ειδικότερα.

Τα ονόματά τους είναι τα μόνα που θα αναφερθούν σήμερα, χωρίς αυτό να απαξιώνει ή να υποτιμά όλα τα επόμενα μέλη των ΕΣ, τα οποία υπηρέτησαν με ιδιαίτερη θέρμη, διάθεση και ζήλο το όνειρο των πρώτων εκείνων επιτρόπων. Εξάλλου, η επετειακή αυτή εκδήλωση δεν έχει σκοπό το προσκλητήριο και την ανάγνωση ονομάτων προς τέρψη ή ικανοποίηση, αλλά την παρουσίαση μιας πολύχρονης προσπάθειας, πολλών (λαϊκών και κληρικών), που απέδωσε καρπούς ως κέντρο πνευματικής, λατρευτικής, ιεραποστολικής, κοινωνικής ζωής και προσφοράς. Εξάλλου τα ονόματα όλων, τα γνωρίζει ο Θεός.

Και ο Μαραθώνιος της ανέγερσης, αρχίζει!!!

 

Το ΕΣ, αποφασίζει και αναθέτει την εκπόνηση σχεδίου ανέγερσης νέου Ι.Ν. μετά την έγκριση από τον Μητροπολίτη, (αυτή τη φορά τα σχέδια εγκρίνονται εκ των προτέρων από τον Μητροπολίτη, αποδεικνύοντας την αγαστή πλέον συνεργασία και ομόνοια όλων) σε Διπλωματούχο Αρχιτέκτονα Μηχανικό, ενώ εγκρίνεται η υποβολή πλήρους (1η) μελέτης (10/12/1962).

 

Έναν χρόνο αργότερα (10/01/1964), το ΕΣ αποφασίζει νέα ανάθεση πλήρους μελέτη (2η) σε άλλον πτυχιούχο πολιτικό μηχανικό (2ος), διότι η πρώτη απορρίφθηκε από το Υπουργείο Παιδείας. Ως Νέος προϊστάμενος του ΙΝ, υπογράφει ο π. Θεόδωρος Δελίνας (3ος).

 

Έξι μήνες αργότερα (07/07/1964) αποφασίζεται η υποβολή νέας μελέτης (3η) υπό άλλου πολιτικού μηχανικού (3ος) ενώ, διαπιστώνεται υποχρέωση καταβολής 50.000 δρχ. στον πρώτο αρχιτέκτονα μετά την πρώτη απόρριψη. Το ΕΣ πληρώνει από το πενιχρό εισόδημά του, θεωρώντας την καταβολή «ως εκμετάλλευσιν»! Η νέα μελέτη παραδίδεται στο Υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων από άλλον μηχανικό (4ος) (14/10/1964).

 

Μετά το 1964, η ωραία είσοδος με τις εξωτερικές κολώνες και το μικρό καμπαναριό γκρεμίστηκαν και κατασκευάστηκε μια εμφανής για την κακοτεχνία της προέκταση, με μια επίσης κακοφτιαγμένη σκεπή. Μπορεί οι λόγοι να ήταν πρακτικοί, δηλ. για να χωρούσε περισσότερους πιστούς, αλλά ήταν κακόγουστοι και γι’ αυτό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις του κοινού της πόλης. Δεν καταγράφονται ονόματα υπευθύνων, εργολάβων, εργατών. Έτσι ολοκληρώθηκε η τελική του μορφή, επικίνδυνη για τους πιστούς. Εσωτερικά, ο ναός είχε μικρό τέμπλο, φορητές εικόνες στους τοίχους, λίγα στασίδια, καρέκλες και πίνακα Δωρητών.

 

Πέρασαν άλλα δυο χρόνια χωρίς αποτέλεσμα, ενώ ορίζεται νέα ερανική επιτροπή (27/04/1966).

 

Στις (06/06/1966) το Ε.Σ. κατακυρώνει δημοπρασία σε εργολάβο για κατασκευή θεμελίων. Παρόλα αυτά, δεν καταγράφεται έναρξη εργασιών, παρά έργα ισοπέδωσης αυλής (30/11/1966).

 

Το 1967 τα θεμέλια επιτέλους ξεκινούν αφού υποβάλλεται, προς το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, πρωτόκολλο προσωρινής και οριστικής παραλαβής των θεμελίων (10/09/1967).

Τρίκλιτη σταυροειδής μετά τρούλλου, είναι το σχέδιο του νέου Ναού. Λιτός στην εξωτερική του μορφή σε συνδυασμό με τα πανύψηλα κωδωνοστάσια και τον τρούλο, θα εντυπωσιάζει εξωτερικά αλλά, και εσωτερικά με τους μεγάλους χώρους, τις απέριττες και ευθείες γραμμές του.

Ο παλαιός ναός συνεχίζει να υπάρχει και να λειτουργεί, ενώ γύρω του σκάβονται τα νέα θεμέλια.

 

Ο νέος Μητροπολίτης Αυγουστίνος (που εκλέχθηκε το 1967), ενημερώνεται για το ιστορικό ανέγερσης, υποστηρίζει το έργο. Κατά την ημέρα της εορτής της Αγίας Παρασκευής 26/07/1968, εκδίδει εγκύκλιο με την οποία ζητεί «από τον πιστό λαό της Φλωρίνης, να συνδράμει την ανέγερση και εξαγγέλλει έρανο σε όλα τα σπίτια και καταστήματα» («Σάλπιξ Ορθοδοξίας» Τ. 10, Οκτώβριος 1968).

 

Λίγο πριν κλείσει το 1967, ως προϊστάμενος υπογράφει ο π. Σωκράτης Σταματάκος (4ος) (18/12/1967), ενώ λίγο αργότερα (04/09/1968) ο π. Ανδρέας Μακρόπουλος (5ος).

 

Ενώ η κατασκευή των θεμελίων είχε ξεκινήσει, το ΕΣ πληροφορείται, εγγράφως, ότι η κατεδάφιση του παλαιού ναού δεν εγκρίνεται, διότι η αρχιτεκτονική του μορφή είναι ενδιαφέρουσα και διότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση (04/09/1968, Πρακτικό Νο 54). ***

Το ΕΣ απαντώντας, εκφράζει την πίκρα και την λύπη του για την εξέλιξη, εκθέτει τους προφανείς λόγους επικινδυνότητας του παλαιού ναού (δηλ. ότι η σκεπή ήταν φτιαγμένη από πεπιεσμένο χαρτί και ότι έπεσε στον ιερέα) και τους σοβαρούς λόγους κατεδάφισης του. Εκφράζοντας δε, το σύνολο των κατοίκων της Φλωρίνης που εκκλησιάζονται εκτός των Κυριακών και κάθε Παρασκευή, απευθύνει θερμή παράκληση έγκρισης κατεδάφισής του.

Ίσως, η συγκεκριμένη υπηρεσία να είχε δίκιο, διότι πιθανόν να είχε υπόψιν της τον πρώτο όμορφο ναό και όχι τον τελικό κακοφτιαγμένο και επικίνδυνο. Για δε, το αποτέλεσμα του αιτήματος κατεδάφισης του παλιού ναού, δεν καταγράφεται τίποτε. Ωστόσο, ανέγερση του νέου ναού συνεχίζεται.

 

Στις 11/10/1968, νέος εφημέριος αναλαμβάνει ο π. Γεώργιος Δρακόπουλος (6ος), ενώ κατασκευαστικά δημοπρατείται η τοιχοποιία (09/11/1968).

Στις 03/02/1969 επανέρχεται ως εφημέριος ο π. Βασίλειος Ηλιάδης (2η φορά). Ο επιβλέπων μηχανικός της ανέγερσης παραιτείται και η επίβλεψη αναθέτεται στον Φλωρινιώτη μηχανικό κ. Στέφανο Σιούτη, ο οποίος «ερωτηθείς, απεδέχθη άνευ αμοιβής». (08/06/1969),

 

Ξεκινάει με γρηγορότερα βήματα η τοιχοποιία, αναδεικνύοντας την μεγαλοπρέπεια του νέου ναού. Οι τοίχοι του μοιάζουν με τείχη ενός μεγάλου κάστρου. Και στο κέντρο αυτού του κάστρου η παλαιά μικρή εκκλησία, κακοφτιαγμένη, γυρτή, ετοιμόρροπη.

Σιγά-σιγά ο νέος ναός αρχίζει να ξεχωρίζει ανάμεσα στα χαμηλά σπίτια της Φλώρινας. Διακρίνεται πανεύκολα από τον κάμπο, από όλες τις εισόδους της πόλης και πολλά σημεία της. Φάνταζε ως φύλακας στη μια της άκρη. Πότε άλλοτε οι Φλωρινιώτες έβλεπαν τόσο μεγάλη εκκλησία;

 

Στις 06/11/1969, αναφέρεται ως νέος Εφημέριος και Προϊστάμενος του Ι. Ν. ο π. Τριαντάφυλλος Ξηρός (7ος και για 1η φορά).

Η ανέγερση προχωράει. Ο παλαιός ναός που βρίσκεται μέσα στον νέο εμποδίζει. Πριν γκρεμισθεί βρίσκεται λύση ώστε να εξυπηρετούνται οι λατρευτικές ανάγκες της ενορίας, χωρίς διακοπή διότι αυτό είναι το πραγματικό έργο και σκοπός της εκκλησίας. Ο πρόναος του σημερινού ναού διαμορφώθηκε σε ναό, με το ιερό να είναι προς τη νότια πλευρά. Ο παλαιός ναός κατεδαφίζετα. Μια νέα εποχή ξεκίνησε.

Λίγο πριν την κατεδάφιση του παλαιού ναού, οι μικρές φορητές εικόνες χαρίζονται στους ενορίτες με την προτροπή «πάρτε μικρές εικόνες από την μικρή εκκλησία και φέρτε μεγάλες στην μεγάλη εκκλησία».

 

Τα έτη 1969, ‘70, ‘71 η ανέγερση συνεχίζεται κανονικά, όπως και οι συνεχείς εκκλήσεις της Μητρόπολης για ενίσχυση του έργου με εράνους.

 

Την επόμενη χρονιά ολοκληρώνεται το κλείσιμο της σκεπής και του τρούλου (02/06/1971), αποφασίζεται η επικεράμωση, τα επιχρίσματα, η τοποθέτηση παραθύρων και υαλοπινάκων στον τρούλο (17/06/1971), η τοποθέτηση μεταλλικών παραθύρων και θυρών (17/08/1971).

 

Με το κλείσιμο του ναού ξεκινούν οι προετοιμασίες για τη χρήση του. Η ματιά χάνονταν στην τότε «απεραντοσύνη» του. Ό,τι μεγάλο γνώριζαν οι Φλωρινιώτες μέχρι τότε, ήταν μικρό μπροστά σ’ αυτό που έβλεπαν και, μάλιστα χωρούσε μέσα του. Μεγάλος ο προβληματισμός. Πως θα γεμίσει ο τεράστιος χώρος; Με πόσα έπιπλα; Με πόσους πολυελαίους; Με πόσο μεγάλο τέμπλο; Πόσες καρέκλες, πόσα στασίδια; Πώς θα θερμαίνεται;

Άμεσα αποφασίζεται, ως προσωρινή λύση, η μεταφορά του Τέμπλου και του Δεσποτικού, από τον παλαιό ναό του Αγίου Παντελεήμονα, μέχρι την κατασκευή καινούριων. (Σημ.: την ίδια περίοδο ανεγείρονταν και ο νέος Μητροπολιτικός ναός με γρηγορότερους όμως ρυθμούς, έχοντας ήδη προμηθευτεί αυτά τα εκκλησιαστικά είδη).

 

Γίνεται έκκληση για ενίσχυση του ναού με καρέκλες. Οι παλιές ήταν ελάχιστες. Και ο κόσμος φέρνει από σπίτια, αυλές, μαγαζιά, καφενεία, γραφεία, από όπου μπορεί, ακόμα και πάγκους. Άλλες επιδιορθώνονται, καρφώνονται, φτιάχνονται. Οι όμοιες τοποθετούνται στο κέντρο και οι διαφορετικές κοντά στους τοίχους ή σε αντικρυστά σημεία του ναού, ώστε να υπάρχει ομοιομορφία. Πολύχρωμα κιλίμια, πατάκια, διάδρομοι, όλα από σπίτια, στρώνονται χωρίς ποτέ να φτάνουν. Τοποθετούνται δυο μεγάλες σιδερένιες ξυλόσομπες, δεξιά και αριστερά, και μια μικρή στο ιερό. Όσοι είναι κοντά ζεσταίνονται, οι άλλοι …παγώνουν. Στηρίζουν όμως την εκκλησία και δεν την εγκαταλείπουν. Ο νέος Ναός αρχίζει και λειτουργεί, με πρώτο ιερέα τον π. Τριαντάφυλλο Ξηρό.

 

Πλάι στην ποικιλομορφία και στο «λίγο από όλα» των πρώτων επίπλων, υπάρχει και η ποικιλία των ενοριτών. Από ένα ανομοιογενές και εντελώς αταίριαστο -για τους υπόλοιπους Φλωρινιώτες- σύνολο, αποτελείται το εκκλησίασμα της Αγίας Παρασκευής. Εργάτες, έμποροι, υπάλληλοι, διανοούμενοι και μη πρόσφυγες από το Μοναστήρι, αχθοφόροι, σκουπιδιάρηδες και μουσικοί από το τσιφλίκι, νεοφώτιστοι και πλανόδιοι γύφτοι, αρβανίτες χτίστες, ντόπιοι γαλατάδες, μαρμαράδες, ευαίσθητοι, φιλότιμοι και ευαίξαπτοι πρόσφυγες από τον Πόντο και την Θράκη, πρόσφυγες και αυτοί. Ένα ποίμνιο πολύχρωμο ενδυματολογικά και εμφανισιακά, γεμάτο αντιθέσεις και διαφορετικές ιστορικές καταβολές. Ποτέ όμως, δεν μας προβλημάτισε. Ποτέ δεν πείραξε κανέναν. Ούτε ενοχλήθηκε κανείς από εμάς. Εξάλλου, ποιος είπε ότι πρέπει να είμαστε όλοι ίδιοι στην Εκκλησία; Τυποποιημένοι; Ο ναός είναι μεγάλος και τους χωράει όλους.

Όσοι ξέρουν γράμματα βοηθάνε αναλόγως, οι άλλοι που δεν ξέρουν, σχίζουν ξύλα, χτίζουν, κόβουν χόρτα, πλένουν, βάφουν, καθαρίζουν, ράβουν, παίζουν μουσική στις λιτανείες, εμπορεύονται, μεταφέρουν, σκάβουν, εξυπηρετούν, ψάλλουν, ζωγραφίζουν, ανάβουν καντήλια, κουβαλούν σκουπίδια, διορθώνουν, μαστορεύουν, με δυο λέξεις, αγαπάνε και φροντίζουν την Αγία Παρασκευή. Όσοι θέλουν να προσφέρουν, βρίσκουν τρόπους. «Σίμων Ἰωνᾶ, φιλεῖς με; Κύριε, σὺ πάντα οἶδας, σὺ γινώσκεις ὅτι φιλῶ σε» (Ιωαν. 21, 17).

 

Ο πρώην επίσκοπος Αυγουστίνος, όταν επισκέπτονταν τον Ναό, εκτός της εορτής της Αγίας Παρασκευής, πάντοτε επαινούσε αυτά τα «πτωχαδάκια» που συγκροτούσαν την ενορία, προσέφεραν και πρόσεχαν τον ναό, ιδίως δε τους νεοφώτιστους, τους οποίους ο ίδιος είχε βαφτίσει ομαδικά πριν λίγα χρόνια και εκκλησιάζονταν στην Αγία Παρασκευή.

 

Στις 20/04/1972, αναλαμβάνει νέος Εφημέριος ο π. Νικόλαος Τσώτσος (8ος) από την Ιτιά. Οι προσπάθειες εξωραϊσμού και εμπλουτισμού του ναού με εκκλησιαστικά είδη, συνεχίζονται.

Η εορτή της Αγίας Παρασκευής, πραγματοποιείται για πρώτη φορά στον νέο ναό (26/07/1972) και ο Μητροπολίτης ανακοινώνει νέο έρανο για τις ανάγκες του.

Αποφασίζεται η κατασκευή ενός καμπαναριού, διαφόρων εργασιών δαπέδου, ισοπέδωση εξωτερικού χώρου, στήριξη καμπάνας (25/11/1972), η τοποθέτηση μεγαφώνων (18/04/1973), η πραγματοποίηση λαχειοφόρου αγοράς με οικοσκευές, ψυγείο, τηλεόραση και ενός αυτοκινήτου (για το 1974), η κατασκευή του δεύτερου καμπαναριού και των εξωτερικών επιχρισμάτων (04/04/1974). Κατασκευάζεται νέος Δεσποτικός Θρόνος.

 

Προγραμματίζονται τα θυρανοίξια (εγκαίνια), κατά την εορτή της Αγίας Παρασκευής (26/07/1974), αλλά η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο (20/07/1974) τα αναβάλει.

Παρά την εισβολή, η νομική υποχρέωση της λαχειοφόρου κλήρωσης εκπληρώθηκε (28/07/1974), χωρίς να εμφανισθεί κανένας τυχερός. Ποιον ενδιέφεραν εκείνες τις ημέρες οι κληρώσεις; Αργότερα εκποιήθηκαν και πωλήθηκαν όλα τα είδη.

Τον Αύγουστο του ’74, ο ναός μετατράπηκε σε τεράστια αποθήκη συγκέντρωσης εφοδίων, ρούχων, σκεπασμάτων, εξοπλισμού για τους Κυπρίους. Συσκευάζονται και αποστέλλονται με ευθύνη της Μητρόπολης.

Εκείνες τις δύσκολες μέρες επίσης, συνέβη ένα άγνωστο σε πολλούς αλλά «θαυμαστό» γεγονός. Παρά την επιστράτευση, την κατεστραμμένη οικονομία και το αβέβαιο μέλλον της χώρας, εγκρίνεται η χορήγηση δανείου από την Εθνική Τράπεζα με εγγυητές δυο εμπόρους της Φλώρινας (09/08/1974). Για λόγους αρχής δεν αναφέρουμε τα ονόματά τους. Αν θέλει ο Θεός …!

 

Από το 1974 και τα επόμενα 10-12 χρόνια, στις παρακλήσεις του Δεκαπενταύγουστου, στην Αγία Παρασκευή, έψαλαν γυναίκες από την ενορία και αργότερα και από άλλες ενορίες. Την πρωτοβουλία είχε η παλαιά εκπαιδευτικός κα Δόμνα Λαζαρίδου, υπέργηρη τώρα και μοναχή Βαρβάρα.

Στις 27/10/1974, σύμφωνα και με το αντιμήνσιο του Ιερού Ναού, πραγματοποιούνται με κάθε μεγαλοπρέπεια τα θυρανοίξια (εγκαίνια), από τον Μητροπολίτη Αυγουστίνο, παρουσία όλων σχεδόν των ενοριτών. Η πλειοψηφία τους, πρώτη φορά συμμετέχει σε εγκαίνια ναού. Το κτίσμα πλέον μεταβλήθηκε σε οίκο λατρείας και προσευχής και η μαρμάρινη τράπεζά του σε Αγία Τράπεζα, δηλαδή σε ιερό θυσιαστήριο. Ο ναός από μη ιερός έγινε άγιος, καθιερώθηκε ως επίσημος ναός της Εκκλησίας, καθαγιάστηκε με τις ευχές της, για να σώζονται οι άνθρωποι.

 

Για τις ανάγκες του αναγεννημένου ναού, ράβονται σε διάφορα σπίτια νέα καλύμματα για την Αγία Τράπεζα, την Πρόθεση, τα πανέρια, στολές για τα παιδιά του ιερού, κορδέλες εορταστικές και πένθιμες. Επί χρόνια όλα αυτά πλένονται, σιδερώνονται, διορθώνονται από πολλές νοικοκυρές. Όπως και τώρα, όπως και για πάντα. Προετοιμάζεται ο στολισμός του Επιταφίου οργανωμένα: περιαγόμενος δίσκος από τους Χαιρετισμούς, δημιουργία σχεδίων, παραγγελία λουλουδιών και ολοκληρώνεται το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, από ομάδες γυναικών.

 

Τον επόμενο χρόνο αποφασίζεται η Αγιογράφηση της Πλατυτέρας, στην κόγχη του Ιερού Βήματος (02/08/1975).

 

Στις 30/07/1978, εφημέριος και πάλι ο  π. Βασίλειος Ηλιάδης (3η φορά και τελευταία). Ο παπα-Βασίλης, ήταν πάντοτε παρών για την Αγία Παρασκευή, όταν το απαιτούσαν οι καιροί. Αποτέλεσε την ιδανική εφεδρεία για τα μεσοδιαστήματα που η ενορία δεν διέθετε μόνιμο ιερέα, ενώ ήταν αρχικός υποστηρικτής της δημιουργίας της ενορίας.

 

Στις 22/08/1978, αναφέρεται ως Εφημέριος ο π. Τριαντάφυλλος Ξηρός (2η φορά), γνώστης του ιστορικού και των ενοριτών.

 

Στα επόμενα έξι χρόνια αποφασίζονται και δρομολογούνται μεγάλα έργα με δωρεές ενοριτών: διαμόρφωση αύλειου χώρου, δημιουργία δικτύου ύδρευσης & αποχετεύσεων ομβρίων υδάτων της αυλής (01/10/1979), αγορά νέου παγκαρίου για κεριά, νέων στασιδίων (24/02/1980), νέου ξυλόγλυπτου άμβωνα (10/05/1980), ξεκινά η κατασκευή του σιντριβανιού -που χρόνια αργότερα θα αποτελέσει τον Ιορδάνη Ποταμό με τη ρίψη του Σταυρού κατά τα Θεοφάνια- η ισοπέδωση της αυλής (15/05/1980), η προμήθεια 2 μανουαλιών (26/10/1980), η αντικατάσταση του καλοριφέρ με αερόθερμα (10/03/1981), η παραγγελία νέου ξυλόγλυπτου τέμπλου (24/02/1982), η ανάθεση αγιογράφησης του τρούλου (11/04/1984), η περίφραξης της  αυλής, η διάνοιξη πλάγιας εισόδου στην αυλή.

 

Από το 1982-83, υπηρετεί ως Β΄ εφημέριος ο π. Ιωάννης Μποζίνης από τον Άγρα Πέλλης.

 

Σύντομα, το νέο τέμπλο τοποθετείται αλλάζοντας την εικόνα του εσωτερικού. Οι εικόνες του παραγγέλλονται και αγιογραφούνται σχετικά γρήγορα, διότι εμφανίζονται πρόθυμοι ενορίτες, έτοιμοι από καιρό, με δωρεές και οικονομικές προσφορές

Εντωμεταξύ, η ενορία αρχίζει να μεγαλώνει καθώς σταδιακά οι γύρω από την εκκλησία περιοχές, μπαίνουν στο σχέδιο πόλης, αποκτούν αξία, χαράζονται δρόμοι, χτίζονται εργατικές εστίες, αρχίζει η ανοικοδόμηση.

 

Στις 30/07/1984, νέος εφημέριος αναλαμβάνει ο π. Ανάργυρος Βαμβακούσης (9ος). Εκτελείται ένα μεγάλο και τεχνικά δύσκολο έργο, η αγιογράφηση του τρούλου (31/07/1984). Άθλος και ικανοποίηση για όλους. Καταγράφονται επισκευές της στέγης, διαρρήξεις και κλοπές (3 φορές) σε σύντομο χρονικό διάστημα (29/07/1984).

Ο στρατός, που όλα αυτά τα χρόνια εκκλησιάζονταν επισήμως κάθε Κυριακή, σταδιακά ελαττώνει και καταργεί τον εκκλησιασμό. Οι οικείες φιγούρες των φαντάρων με τις στολές εξόδου, σταματούν. Για λίγα ακόμα χρόνια, αποτελούν τιμητική συνοδεία του Επιταφίου.

 

Από τις 12/10/1985 ορίζεται ως Β΄ Εφημέριος του ΙΝ, ο π. Παντελεήμων Κύρκος. Το πνευματικό έργο της ενορίας εξυπηρετείται καλύτερα, ενώ τα έργα συνεχίζονται με αγορά κεντρικού πολυελαίου (10/11/1985) και αγορά στασιδίων και καθισμάτων (20/03/1986).

 

Στις 10/12/1986, αναλαμβάνει Νέος εφημέριος και προϊστάμενος του Ι.Ν. ο π. Δημοσθένης Παπαδόπουλος (10ος), έως και σήμερα. Κατά τη διακονία του π. Δημοσθένη αποφασίζονται και εκτελούνται μεγάλα έργα και επεμβάσεις εντός και εκτός ναού, εξαιτίας της μακρόχρονης παρουσίας του και της δυναμικής που τον ακολουθεί.

 

Αποφασίζεται η αντικατάσταση της μίας και μοναδικής καμπάνας με τρεις καινούριες με ηλεκτρικό μηχανισμό (20/02/1987). Ο χειροκίνητος τρόπος κτυπήματος της καμπάνας τελειώνει οριστικά και μαζί του, οι όμορφες εμπειρίες με τις ατέλειωτες ώρες πένθιμου χτυπήματος της Μεγάλης Παρασκευής και το ξέφρενο χαρμόσυνο της Ανάστασης.

Αντικαθίσταται η στέγη του ιερού (12/10/1987), η μεγαφωνική εγκατάσταση (19/12/1987), αγιογραφείται το ιερό βήμα, οι κόγχες των ψαλτηρίων, μέρος του βορείου κλήτους (06/06/1988), επισκευάζεται η κεντρική θέρμανση, επιστρώνεται με τσιμέντο το προαύλιο (29/09/1988).

 

 

Το 1989 το ΕΣ συμβάλλει οικονομικά στην ίδρυση Ραδιοφωνικού Σταθμού της ΙΜΦΠΕ «Ο Ιερός Χρυσόστομος» (20/04/1989) και για χρόνια αποτέλεσε τον κύριο οικονομικό αιμοδότη του. Αποφασίζεται κατασκευή νέων στασιδίων (25/10/1989), τοποθέτηση μοκέτας σε όλο το δάπεδο (01/11/1989), αντικατάσταση μεγαφωνικής εγκατάστασης (3η) (10/02/1990), επέκταση του ξύλινου τέμπλου δεξιά-αριστερά (03/05/1991), επισκευή στέγης (05/05/1991), διαμόρφωση γυναικωνίτη (../../1992)

 

Για αρκετά χρόνια (1991-1998), το ΕΣ απασχολείται με επιπλέον ευθύνες:

  • Διαχείριση δωρεάς (06/05/1991) και ανέγερση (29/10/1992) ΙΝ στα νέα Δημοτικά Κοιμητήρια.
  • Σύσταση Ερανικής Επιτροπής και ανέγερση Ναϊδρίου στον Οικισμό των Αξιωματικών της Πολεμικής Αεροπορίας (1993).
  • Διαχείριση δωρεάς ανέγερσης και ανοικοδόμησης ΙΝ Αγίου Δημητρίου (28/09/1994).

 

Η πάλαι ποτέ μικρή, φτωχή, μακρινή και για πολλές δεκαετίες εκτός σχεδίου πόλης, ενορία, μεγάλωσε. Νέες γειτονιές δημιουργήθηκαν με νέες οικογένειες. Διαφαίνεται αδυναμία κάλυψης των αναγκών των ενοριτών, καθότι ήδη αποτελεί τη μεγαλύτερη πλέον ενορία της πόλης μας.

Όπου «σπέρνεις άφοβα, θερίζεις και άφοβα !!!».

 

Κατόπιν αιτήματος του Δήμου, αποφασίζεται 15/06/1997, η παραχώρηση μεγάλου μέρους της εξωτερικής αυλής για διαπλάτυνση της Λεωφόρου Ελένης Δημητρίου και την κατασκευή ασφαλών πεζοδρομίων. Διαμορφώνονται οριστικά τα όρια της αυλής με τοιχίο και κάγκελα, κατασκευάζονται 2 είσοδοι με σκαλοπάτια προς την αυλή με πέτρα.

Στις 28/02/1998, αποφασίζεται η κατασκευή Σολέα προς περιορισμό της αταξίας κατά την Θεία Κοινωνία, την Απόλυση και τις Μεγάλες Εορτές.

Το 1998 η ενορία υποδέχεται την εικόνα της Παναγίας της Πελαγονίτισσας, που φυλάσσεται στον ναό και εορτάζεται πανηγυρικά την Κυριακή των Μυροφόρων.

 

Το επόμενο έτος, αποκτούνται νέα Προσκυνητάρια (08/03/1999), κατασκευάζονται βοηθητικοί χώροι, αποθήκη, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων στη βόρεια πλευρά του ναού (15/01/2000), με δωρεάν και πάλι, επίβλεψη του μηχανικού κ. Στέφανου Σιούτη.

 

Με την εκλογή του νυν Σεβασμιοτάτου κ. Θεοκλήτου στην ΙΜΦΠΕ (21/01/2000), στον Ναό -εξαιτίας και της ευρυχωρίας του, προγραμματίζονται και εκτελούνται πολλές λατρευτικές ακολουθίες από επισκέπτες ομιλητές, ιερωμένους ή λαϊκούς, ιερατικά συνέδρια, συνάξεις ανδρών και γυναικών. Ο Σεβασμιότατος, ένας από τους ελάχιστους που γνωρίζει εκ των έσω όλη την ιστορία της αγίας Παρασκευής, ευλογεί το έργο και προσεύχεται για το ποίμνιό του.

 

Από τις 09/10/2000 χρέη Β’ Εφημερίου αναλαμβάνει ο π. Σάββας Σουμελίδης, βοηθώντας στις λατρευτικές και πνευματικές υποχρεώσεις, που όλο και μεγαλώνουν.

Τα επόμενα χρόνια, η αυλή επιστρώνεται με κυβόλιθους παίρνοντας την τελική σημερινή της μορφή. Το παλιό λιβάδι, γίνεται ιδανικός χώρος υποδοχής ιερών σεβασμάτων, λειψάνων, εικόνων, υπαίθριων εκδηλώσεων, πνευματικών συναντήσεων, εξυπηρέτησης λατρευτικών εκδηλώσεων, παιχνιδιού για παιδιά, στάσης και ξεκούρασης περαστικών.

Αντικαθίστανται οι μεταλλικές πόρτες εισόδου με νέες ξυλόγλυπτες, κατασκευάζονται νέα παγκάρια στον πρόναο, νέα προσκυνητάρια στον ναό (10/04/2005).

 

Το 2005, το ΕΣ συναινεί στη δημιουργία νέας ενορίας Αγίου Δημητρίου, με παραχώρηση μέρους της Αγίας Παρασκευής, «προς καλύτερη εξυπηρέτηση των πιστών» (31/03/2005). Η διαδικασία ολοκληρώνεται το 2009.

 

Για τον κήπο αποφασίζεται η κατασκευή μικρού καταρράκτη με πίδακα, μικρής γέφυρας με φωτισμό (10/07/2005).

 

Τον Σεπτέμβριο του 2005, η Φλώρινα υποδέχεται την Α.Θ.Π. τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κκ Βαρθολομαίο και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Χριστόδουλο και τελείται Θεία Λειτουργία στον ΙΝ. Ποιος να το φανταζόταν πριν από χρόνια! Ο Πατριάρχης στην Αγία Παρασκευή!

 

Εξαιτίας των επανειλημμένων σεισμών της περιοχής (από 1994 και πέρα), ο νότιος τοίχος του ναού παρουσίασε επικίνδυνες ρωγμές ως προς τη σταθερότητά του και την ασφάλεια των πιστών. Οι εργασίες αποκατάστασης δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα και αποφασίζεται (02/10/2008) η ανέγερση Παρεκκλησίου στο νότιο τοίχο, προκειμένου να ενισχυθεί η τρωμένη πλευρά του, χωρίς αλλοίωση της αισθητικής του χώρου και για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της ενορίας, ιδίως τους χειμερινούς μήνες. Έτσι κατασκευάστηκε το όμορφο και λειτουργικό Παρεκκλήσιο της Οσίας Υπομονής. Ουδέν κακόν αμιγές καλού!

 

Την Κυριακή του Τυφλού του 2009, με ιδιαίτερα λαμπρό τρόπο, εορτάστηκε η πρώτη πανήγυρις του νεοφανούς Αγίου Αγαθαγγέλου του εκ Φλωρίνης, με την Αγία εικόνα του να φυλάσσεται και αυτή στον ιερό ναό και να τιμάται η μνήμη του, με λατρευτικές εκδηλώσεις κάθε χρόνο.

 

Στις 27/05/2010, αποφασίζεται η κατεδάφιση των δύο εξωτερικών παλαιών προσκυνηταρίων της βρύσης και η κατασκευή νέου μεγαλύτερου που χωρά την είσοδο πιστών, για την προσκύνηση  εικόνων.

Το καινούριο μεγάλο προσκυνητάρι και η διαμόρφωση της βρύσης με το κιόσκι, αποτελούν κόσμημα αρχιτεκτονικής δομής και πρακτικότητας, μικρή όαση για όσους επιθυμούν να προσκυνήσουν, να ανάψουν ένα κερί καθ’ οδόν, να ξεδιψάσουν. Επίσης, αποφασίζεται η κατασκευή γηπέδου ποδόσφαιρου 5Χ5 με τεχνητό χλοοτάπητα, μπροστά από το Ιερό Βήμα, για τα παιδιά της ενορίας. Στρώνεται με κυβόλιθους το διαγώνιο μονοπάτι, ενώνοντας την κυρίως αυλή με την βρύση, ενώ δημιουργούνται παρτέρια με πολύχρωμα λουλούδια και τοποθετούνται άφθονες γλάστρες. Αργότερα αποφασίζεται η περαιτέρω ενίσχυση της κεντρικής θέρμανσης (14/03/2013).

 

Το καλοκαίρι του 2015 ο νεοεκλεγείς Μητροπολίτης Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κκ Ιουστίνος τελεί την πρώτη του Θεία Λειτουργία στον ναό. «Πολλά κοπίασε αλλά και υπέμεινε» ο ίδιος για την καθιέρωση ιερών ακολουθιών, εορτών αγίων και έργων σε αυτήν.

Στις ­­22/01/2016, ορίζεται ως ιεροκήρυκας ο π. Χριστόδουλος Παπαδόπουλος.

Στις 25/11/2016, αποφασίζεται η επίστρωση του δαπέδου του Ιερού Βήματος με μαρμάρινες πλάκες, μετακίνηση τέμπλου προς τον σολέα για αύξηση της χωρητικότητας του Ιερού Βήματος, ανακατασκευή του συνθρόνου, της Αγίας Τράπεζας, μετακίνηση ψαλτηρίων, έργα που ολοκληρώθηκαν στις μέρες μας.

 

Σεβασμιότατε, σεβαστές αρχές,

 

Η σύντομη ιστορία της κατασκευής του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής, εδώ τελειώνει. Θα συνεχίσει να επιδιορθώνεται, να εμπλουτίζεται, να διακοσμείται και να υπηρετείται από ιερείς και πιστούς και τα επόμενα 50, 100, 200, ή όσα χρόνια επιτρέψει ο Θεός. Διότι, πάντα θα δημιουργούνται νέες ανάγκες που θα πρέπει να καλυφθούν και πάντα τα παλιά και φθαρμένα θα απαιτούν ανανέωση, αντικατάσταση.

 

Δεν έγινε αναφορά στο πνευματικό έργο της ενορίας, το οποίο ούτε μετρήσιμο είναι, ούτε καταγεγραμμένο, παρά μόνο στις ψυχές των πιστών. Εμμέσως όμως βγαίνουν αβίαστα, συμπεράσματα.

 

Η ανέγερση, η αποπεράτωση και ο συνεχής εξοπλισμός του Ναού οφείλεται στην πίστη, στην επιμονή, στη θέληση, στον ιδρώτα, στον οβολό από το υστέρημα των φτωχών και από το περίσσευμα των πλουσίων. Το κάθε εκατοστό του ιερού αυτού κτίσματος, έχει τη δική του ιστορία. Μια προσευχή, ένα δάκρυ, έναν πόνο, ένα τάμα, μια υπόσχεση, μια απόφαση. Για αυτό οφείλουμε σεβασμό σε κάθε τι που συνεχίζει να υπάρχει μέσα ή έξω από τον ναό, σε κάθε τι που χρησιμοποιούμε, που διαχειριζόμαστε.

Στη σημερινή γιορτή συμμετέχουν και όλοι οι κεκοιμημένοι ιερείς, παππούδες, προ-παππούδες, γιαγιάδες και προ-γιαγιάδες, παλαιοί και νέοι ενορίτες, δωρητές, ευεργέτες, περαστικοί, προσκυνητές. Οι πιστοί χριστιανοί που έγραψαν τη δική τους ιστορία. Και ορίστε το έργο τους. Το θαυμάζουμε σήμερα.

 

Εάν όμως όλα αυτά που αναφέρθηκαν για τα 50 χρόνια από την θεμελίωση, δεν ήταν θέλημα Θεού, ο σημερινός ναός και η ενορία δε θα υπήρχε, διότι «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ιωαν. 15, 5). Και το έργο αυτό, είναι Έργο Θεού.

 

Για αυτό και ο κάθε Ναός μας, ο γεμάτος ουράνια χαρίσματα, δεν είναι μόνο ένα επίτευγμα των ανθρώπων και ένα δώρο των ανθρώπων προς τον Θεό, αλλά Θείο Δώρο του Θεού προς τους ανθρώπους. Και δεν εννοούμε ως δώρα τους τοίχους, τις αγιογραφίες, τα καμπαναριά, τους κήπους και ό,τι όμορφο τα περιβάλλει. Μιλάμε για το Θείο Δώρο της Πεντηκοστής. Διότι ο κάθε ναός, αποτελεί Εκκλησία. Η κάθε Εκκλησία είναι «σώμα Χριστού» (Α’ Κορ. 12). Χριστός και Εκκλησία είναι ενότητα αδιάσπαστη που δεν συγχέεται, «γένος εν, Θεού και ανθρώπων», που ενυπάρχει στο βασικό ευχαριστιακό «κύτταρο» της εκκλησίας, την Ενορία, χωρίς το οποίο δεν υπάρχει Εκκλησία. Η μικρότερη ενότητα, ο πυρήνας της Εκκλησίας, είναι η Ενορία. Και η Ενορία χρειάζεται ναό, ιερέα, πιστούς και επίσκοπο.

Στην πραγματικότητα εμείς οι άνθρωποι, προσέχουμε και φροντίζουμε το Δώρο του Θεού, τους ναούς. Περιποιούμαστε το σπίτι του Θεού για να μπορούμε να γευθούμε τα Θεία Δώρα Του.

Σε κάθε ναό, μεταμορφώνεται και αγιάζεται ολόκληρη η ζωή του καθενός από εμάς, αλλά και ο συλλογικός μας βίος. Σε κάθε τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, παρών είναι ο όλος Χριστός, κι όχι απλώς ένα μικρό τμήμα Του. Η τοπική ενορία δεν αποτελεί μία μικρή μονάδα μέσα σ᾿ ένα μεγαλύτερο σύνολο, αλλά εκφράζει κατά τρόπο ορατό την Μία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία στην ολότητά της.

Η Εκκλησία είναι «σώμα Χριστού», όχι «σώμα χριστιανών». Οι μετέχοντες στο σώμα του Χριστού (πιστοί, κλήρος και λαός), είναι μέσα στο «σώμα», ποτέ πάνω από το «σώμα». Στην Ενορία δεν υπάρχει μόνο κατακόρυφη επι-κοινωνία κάθε πιστού (ατομικά) με τον Θεό εν Χριστώ, αλλά και οριζόντια εν Χριστώ ένωση όλων των μελών του σώματος μεταξύ τους.

Όταν διαταράσσεται το βασικό κύτταρο της Εκκλησίας, η Ενορία, με ποικίλους τρόπους και μέσα, είτε εξωγενή (που συνήθως είναι παροδικά και πρόσκαιρα), είτε ενδογενή (που δυστυχώς τείνουν να γίνουν μόνιμα και είναι αυτά που τραυματίζουν βαθύτερα το Σώμα της άρα και τον ίδιο τον Χριστό), έχουμε εκτροπή, αταξία, αντικανονικότητα.

 

Σεβασμιότατοι, σεβαστοί ιερείς

 

Ένα μεγάλο θαύμα  τελείται σε κάθε ναό και σε κάθε ενορία που δεν το γνωρίζουμε εμείς οι λαϊκοί. Τελείται στο τέλος κάθε Θείας Λειτουργίας από τον Λειτουργό Ιερέα και αποτελεί τη βάση της Χριστοκεντρικής πραγματικότητας της εκκλησιαστικής μας κοινωνίας. Πρόκειται για την Συστολή των Τιμίων Δώρων στο Άγιο Ποτήριο μετά την Μετάληψη.

Ο Λειτουργός «συστέλλει» (συγκεντρώνει) μέσα στο Άγιο Ποτήριο, τα μέρη από τους προσφερόμενους αγιασμένους άρτους, που δεν τοποθετήθηκαν στο Άγιο Ποτήριο για τη δημιουργία της Θείας Κοινωνίας, αλλά είναι εξίσου Άγια και Θαυμαστά και, ό,τι άλλο υπήρχε στο Δισκάριο εκτός από τον Αμνό, δηλαδή την μερίδα της Θεοτόκου, τα Τάγματα των Αγγέλων και Αγίων, τα μνημονευθέντα ζώντα και τεθνεώτα μέλη του Σώματος του Χριστού, που «συνεπετέλεσαν» με τον Λειτουργό την Θεία Λειτουργία, με πρώτο τον Επίσκοπο, που διακρατεί την ενότητα της Τοπικής Εκκλησίας.

Για αυτό το λόγο οι ιερείς μας ζητούν πρόσφορα που ζυμώθηκαν με προσευχή και προσοχή, μαζί με ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων για κάθε Θεία Λειτουργία.

Για αυτό όσοι ξυπνούν, νωρίτερα και από τα χαράματα, βλέπουν φως στο ιερό της Αγίας Παρασκευής. Ο ιερέας μνημονεύει τα ονόματα όλων μας για να ενωθούν με τα θεία ονόματα του Χριστού, της Παναγίας, των Αγίων, των Μαρτύρων, των αδελφών, των ενοριτών, υγειών και ασθενών. Για αυτό η δύναμη και η ενότητα της Εκκλησίας καθορίζεται από τον ιερέα που ιερουργεί, καθώς τελεί τα Μυστήρια των δογματικών μεγαλείων της πίστης μας.

Κλήρος και λαός, δυνατοί και αδύνατοι συναποτελούμε τη θαυμαστή ενότητα της επίγειας Χριστοκεντρικής Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, της Τοπικής Επισκοποκεντρικής Εκκλησίας, της Πρεσβυτεροκεντρικής Ενορίας, την οποία ουδείς δικαιούται να διαταράσσει αλλά να εργάζεται για αυτήν.

 

Είθε, δια πρεσβειών της Αγίας Παρασκευής, οι επόμενες γενεές να εορτάσουν τα 100, τα 200 και τα 1000 χρόνια της, ή όσο το επιτρέψει ο Θεός.

Αμήν.