Φλώρινα η πολύγλωσση

 

  Φλώρινα η πολύγλωσση

Γράφει ο Δημήτρης Μεκάση

  Στις αρχές του 20ου αιώνα, η Φλώρινα ήταν ακόμη στην οθωμανική επικράτεια. Μια μικρή πόλη στην απέραντη αυτοκρατορία. Μια πόλη με πολλές και διάφορες εθνότητες που ζούσαν υπό τον ζυγό του Σουλτάνου, των Μπέηδων και γενικά την τουρκική εξουσία.

Όλοι ζούσαν σε κοινότητες και όλοι μιλούσαν την γλώσσα τους, χωρισμένοι όμως σε δυο μεγάλες θρησκευτικές ομάδες: το Ισλάμ  και τον Χριστιανισμό. Υπήρχε και μια πιο μικρή θρησκευτική ομάδα: ο Ιουδαϊσμός.

Επίσημη γλώσσα ήταν η τουρκική, που την μιλούσαν σχεδόν όλοι, άλλοι λίγο και άλλοι πολύ, επειδή στα ελληνικά σχολεία και στα βουλγάρικα σχολεία την δίδασκαν υποχρεωτικά. Ήταν η γλώσσα του κράτους και ήταν γραπτή και προφορική.

Στη Φλώρινα ζούσαν και πολλοί Αλβανοί μουσουλμάνοι. Αυτοί μιλούσαν αλβανικά, που ήταν προφορική γλώσσα. Οι Αλβανοί πάντα προσπαθούσαν να μάθουν τούρκικα για να ενσωματωθούν με τον τουρκικό πληθυσμό της πόλης.

Όλοι οι χριστιανοί της πόλης μιλούσαν ελληνικά και κάποια άλλη γλώσσα. Τα ελληνικά τα μάθαιναν στο σχολείο και μάλιστα μιλούσαν και έγραφαν την ελληνική. ΟΙ περισσότεροι είχαν σαν μητρική γλώσσα τα σλάβικα ή τα βλάχικα ή τα αρβανίτικα, που ήταν προφορικές γλώσσες. Στα χωριά λίγοι μιλούσαν ελληνικά.

Αργότερα λειτούργησαν και τα βουλγάρικα σχολεία που προσπάθησαν να σφετεριστούν την σλάβικη γλώσσα. Τα βουλγάρικα ήταν προφορική και γραπτή γλώσσα και μιλιόταν από αυτούς που πήγαιναν στα βουλγάρικα σχολεία.

Βλάχικα μιλούσαν οι κάτοικοι των βλάχικων χωριών, και αυτοί που έμεναν στην πόλη.  Ήταν προφορική γλώσσα και μιλιόταν από ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού της πόλης. Την βλάχικη γλώσσα την ταύτισαν  με την ρουμάνικη γλώσσα και άνοιξαν  ρουμάνικα σχολεία, όπου διδάσκονταν  τα ρουμάνικα, που έμοιαζαν ελάχιστα με τα βλάχικα.

Οι αρβανίτες των χωριών της Φλώρινας μιλούσαν αρβανίτικα, που ήταν προφορική γλώσσα και έμοιαζε με τα αλβανικά.

Μια άλλη ξεχωριστή κοινότητα ήταν των Γύφτων, που μιλούσαν την γύφτικη γλώσσα. Αυτή ήταν προφορική  και μιλιόταν από πολύ μικρό αριθμό ατόμων,

Οι γλώσσες που μιλιόταν στη Φλώρινα τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας ήταν: τούρκικα, ελληνικά,  σλάβικα, βουλγάρικα, αλβανικά, αρβανίτικα, βλάχικα, ρουμάνικα και γύφτικα.

Μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων, του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου και της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι μουσουλμάνοι ανταλλάχτηκαν και η Φλώρινα κατοικήθηκε από πολλούς χριστιανούς  Έλληνες  πρόσφυγες, ερχόμενοι από το Μοναστήρι, την Κορυτσά, την ανατολική Θράκη, την Μικρά Ασία και τον Πόντο.

Το 1913, ήρθαν και αρκετοί εβραίοι από το Μοναστήρι. Τα εβραίικα ήταν άλλη μια γλώσσα που μιλιόταν στην Φλώρινα από το 1913 και μέχρι το 1943. Μιλιόταν και στην δεκαετία του 1950, από τους λιγοστούς εβραίους που επέζησαν από το ολοκαύτωμα.

Σε όλη την διάρκεια του Μεσοπολέμου (1920 – 1940) έγιναν πολλές προσπάθειες, ώστε οι κάτοικοι της Φλώρινας να μην μιλάνε τα ντόπια, τα τούρκικα, τα βλάχικα και τα αρβανίτικα, παρά μόνο τα ελληνικά. Σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες ήταν αναρτημένες επιγραφές που έγραφαν «Ομιλείτε την ελληνικήν». Όμως τα αποτελέσματα ήταν μηδαμινά. Οι μορφωμένοι μιλούσαν ελληνικά και οι αγράμματοι και οι χωρικοί  μια από τις παραπάνω γλώσσες. Όλα αυτά σε μια Φλώρινα που όλοι οι κάτοικοί της ήταν χριστιανοί ορθόδοξοι, και λίγοι ιουδαίοι.

Τα χρόνια που διδασκόταν η καθαρεύουσα στα σχολεία, όποιος μιλούσε την καθαρεύουσα ανήκε στην γλωσσικά ανώτερη τάξη. Τότε όλα τα δημόσια έγγραφα γράφονταν στην καθαρεύουσα, καθώς και τα περισσότερα σχολικά βιβλία.  Τα ελληνικά μιλιόταν σε δυο επίπεδα: την δημοτική και την καθαρεύουσα, κάτι που δυσκόλευε την εκμάθησή τους.

Αργότερα ήρθαν και τα σκληρά χρόνια στο γλωσσικό ζήτημα της Φλώρινας. Ήταν στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά, που απαγορεύτηκε να μιλούν άλλη γλώσσα εκτός της ελληνικής. Το πρόστιμο ήταν 45 δραχμές, περισσότερο από ένα μεροκάματο. Οι συλλήψεις γίνονταν από τους χωροφύλακες, που γυρόφερναν την ημέρα της λαϊκής αγοράς για να συλλάβουν τους παραβάτες. Καθοδηγητής αυτής της απαγόρευσης των γλωσσών ήταν ο Νομάρχης Τσαχσήρας. Πολύ σκληρός και φανατικό όργανο της ιδεολογίας της 4ης Αυγούστου. Δεν δίσταζε να επισκέπτεται τους παραβάτες και να τους απειλεί, ώστε να μη παραπέσουν στο ίδιο παράπτωμα. Δηλαδή να μιλούν άλλες γλώσσες.

Οι απαγορεύσεις της κυβέρνησης του Μεταξά απέβλεπε μόνο στα ντόπια σλάβικα, βλάχικα, αρβανίτικα και τούρκικα. Τα γερμανικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά επιτρέπονταν και μάλιστα διδάσκονταν ελεύθερα. Ο Μεταξάς δεν συμπαθούσε ακόμη και τους ντόπιους χορούς. Επέτρεπε και διέδιδε όμως τους ευρωπαϊκούς χορούς. Το γλωσσικό ζήτημα της Φλώρινας στα χρόνια του Μεταξά είχε πάρει διαστάσεις τρομοκρατίας, τόσο που ο κόσμος στον δρόμο ελάχιστα μιλούσε και όταν συζητούσαν στα σπίτια τους έκλειναν τα παράθυρα.

Και όταν ήρθε η γερμανική Κατοχή όλοι άρχισαν να μιλούν ελεύθερα, κάτι που κράτησε μέχρι την δεκαετία του 1960. Μετά άρχισαν να χάνονται όλες οι παραπάνω γλώσσες, καθώς το σχολείο μπήκε δυναμικά στο γλωσσικό ζήτημα της Φλώρινας, αλλά και το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος με τις ελληνικές ταινίες και αργότερα η τηλεόραση.

Σπουδαίο ρόλο έπαιξαν και τα νηπιοτροφεία που ίδρυσε ο Φλωρινιώτης υπουργός Τάκος Μακρής στο τέλος της δεκαετίας του 1950. Σε αυτά πήγαιναν τα παιδιά των νηπιαγωγείων των χωριών της Φλώρινας, όπου γευμάτιζαν και έπαιζαν με νηπιοτρόφους που μιλούσαν μόνο ελληνικά. Επίσης τα Σπίτια Παιδιού, από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, που ίδρυσε η βασίλισσα Φρειδερίκη είχαν τέτοιο πρόγραμμα και δραστηριότητες, ώστε οι νέοι να εμπεδώνουν την ελληνική γλώσσα. Και οι παιδοπόλεις της Φρειδερίκης της δεκαετίας του 1960 βοήθησαν πολλά παιδιά των χωριών της Φλώρινας, που είχαν έφεση στα γράμματα, να σπουδάσουν δωρεάν στις ανώτατες σχολές.

Και αν οι νέοι έμαθαν ελληνικά, οι ενήλικες χωρικοί αντιδρούσαν και δεν μάθαιναν. Τότε μερικοί κρατικοί υπάλληλοι έφτασαν στην γελοιότητα να ορκίσουν,   σε μερικά χωριά, τους ενήλικες να μιλούν μόνο ελληνικά. Βέβαια αυτή η ενέργεια γελοιοποίησε τις προσπάθειες κάποιων σοβαρών εκπαιδευτικών.

Στην δεκαετία του 1960 όλοι οι νέοι μιλούσαν ελληνικά. Όμως οι ενήλικες  μεταξύ τους, όπως οι  Μικρασιάτες, μιλούσαν τούρκικα, οι Ντόπιοι τα ντόπια, οι Βλάχοι τα βλάχικα, οι Αρβανίτες τα αρβανίτικα, οι Γύφτοι τα γύφτικα και οι Πόντιοι τα ποντιακά, που είναι διάλεκτος της ελληνικής. Μερικοί Πόντιοι μιλούσαν και λάζικα.

Σε λίγα χρόνια όλες οι παραπάνω γλώσσες που μιλιόταν στην περιοχή της Φλώρινας θα ανήκουν στο παρελθόν. Η ελληνική γλώσσα, η επίσημη γλώσσα, επικράτησε, όχι όμως με την βία, αλλά δημοκρατικά, με ευχάριστες δραστηριότητες και με την πάροδο του χρόνου.

Η νεο – ελληνική γλώσσα μιλιέται από όλους, κάτι που διευκολύνει τις σχέσεις μεταξύ όλων. Επίσης επιτρέπει να αντιλαμβάνονται έννοιες και νοήματα που ήταν αδύνατον να κατανοηθούν με τις ντοπιολαλιές.  Η ελληνική γλώσσα έγινε μητρική, παρά την διγλωσσία ορισμένων κατοίκων της Φλώρινας.

Σαν επίλογο θα παραθέσουμε ένα περιστατικό σε ένα σχολείο κάποιου σλαβόφωνου χωριού της Φλώρινας, στην δεκαετία του 1950. Το σχολείο είχε επισκεφτεί ο Επιθεωρητής. Κατά την διάρκεια του μαθήματος ένα μαύρο πουλί ήρθε στο παράθυρο. Ένας μαθητής που το είδε φώναξε «Κύριε, κύριε μια τσιάφκα» και διέκοψε για λίγο το μάθημα, καθώς ο Πισοδερίτης δάσκαλος τον διόρθωσε λέγοντας «γκάργα ονομάζεται». Τέλος επενέβη και ο Νοτιοελλαδίτης Επιθεωρητής λέγοντάς ότι το πουλί αυτό λέγεται «καλιακούδα». Βαβυλωνία σε όλη την περιοχή. Με την επιμονή όμως των δασκάλων όλα άλλαξαν.

Δημήτρης Μεκάσης