Κριτική ανάλυση: Μελετώντας την πρόσφατη δημοσκόπηση για τους υποψήφιους βουλευτές  και αυτοδιοικητικούς της Δυτικής Μακεδονίας

Σ. Ηλιάδου-Τάχου, Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας

Ο Αμερικανός συγγραφέας του «Χωκ Φιν» και του «Τομ Σώγερ», ο Μαρκ Τουέιν  έλεγε «υπάρχουν τα ψέματα, τα μεγάλα ψέματα και οι στατιστικές» . Με αυτή την σκέψη επιχείρησα να αξιολογήσω την πρόσφατη δημοσκόπηση που αφορά στους υποψήφιους βουλευτές και αυτοδιοικητικούς της Δυτικής Μακεδονίας. Οι μεθοδολογικές λοιπόν και αξιολογικές παρατηρήσεις μου είναι οι εξής:

  1. Η δημοσκόπηση διενεργήθηκε με τη συμπλήρωση έντυπης πλατφόρμας, μέσω υπολογιστή. Επομένως το δείγμα της έρευνας δεν ήταν τυχαίο και δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο. Αφορούσε μάλιστα μια ορισμένη ηλικιακή ομάδα που είχε σχέση με τον υπολογιστή και ανεπτυγμένες δεξιότητες, προϋπόθεση των οποίων ήταν ένα υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας και κατάρτισης.
  2. Οι μεταβλητές «ηλικία», «επάγγελμα», «επίπεδο κατάρτισης», «φύλο» ούτε περιγράφονται ούτε διευκρινίζεται πώς επιδρούν στη διαμόρφωση των τελικών αποτελεσμάτων της έρευνας.
  3. Αν ο καταμερισμός ανά νομό ήταν η μέθοδος ταξινόμησης των ερωτώμενων, αναγκαία θα έπρεπε να ήταν η προϋπόθεση της  ενημέρωση των εμπλεκομένων στην έρευνα, γύρω από το προφίλ των ατόμων που αποτελούσαν τα διάφορα ψηφοδέλτια των πολιτικών κομμάτων. Εκτός αν οι ερωτηθέντες ταξινομήθηκαν με δύο κριτήρια, το νομό αλλά και την πολιτική επιλογή που δήλωναν και επομένως είχαν να αξιολογήσουν υποψήφιους/ες του δικού τους ιδεολογικού φάσματος. Και σε αυτή την περίπτωση όμως η παροχή βιογραφικών τουλάχιστον πληροφοριών έπρεπε να αποτελεί προϋπόθεση των διαχειριστών της δημοσκόπησης.
  4. Το ερμηνευτικό σχόλιο στην περίπτωση της Φλώρινας ήταν και ανεπαρκές και αναξιόπιστο. Οι δύο πρώτοι, άρρενες, κατά τους ερωτηθέντες, είχαν τη στατιστικά σημαντική (εφόσον η μεθοδολογία ήταν επαρκής) διαφορά του 4%. Εντούτοις, το σχόλιο ήταν μη μαθηματικό και συντηρούσε ισορροπίες, είτε για να ανέβει η αδρεναλίνη από το άγχος και να παρακολουθήσουμε με ενδιαφέρον το «σήριαλ», είτε για να μην επικριθεί ο συντάκτης για μονομέρεια. Και ορθώς έπραξε, γιατί μεθοδολογικά η διαδικασία έμπαζε και η ανεξάρτητη μεταβλητή ήταν έωλη..
  5. Για άλλη μια φορά η δημοσκόπηση/στατιστική αρκέστηκε στο να αναδείξει «νικητές» και «ηττημένες», εξ ορισμού, ως είθισται και χωρίς κανένα σχόλιο. Η πολιτική έπρεπε να παραμείνει, σε πείσμα της ποσόστωσης και του νεωτερικού ήθους, μια ΚΑΘΑΡΑ ΑΝΔΡΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ.

Έτσι το αποτέλεσμα  δεν σχολιάστηκε και δεν αξιολογήθηκε με κριτήριο τις άλλες μεταβλητές π.χ. το κοινωνικό στάτους, τη μόρφωση κλπ,.  Απλά καταγράφηκε.

Με δεδομένο λοιπόν πως οι δημοσκοπήσεις είναι φωτογραφίες της στιγμής, και πως οι φωτογραφίες αποτυπώνουν την πραγματικότητα που θέλουμε, είναι σημαντικό να θεωρήσουμε ότι οι δημοσκοπήσεις είναι σε θέση να κατασκευάσουν νικητές και ηττημένους και να διαμορφώσουν το πολιτικό σκηνικό.

Ένα σκηνικό άνυδρο,  χωρίς γυναίκες  που θα αποτελεί προϊόν μιας κατ’ επίφαση «επιστημονικής προσέγγισης», με άδηλες προθέσεις και πολλούς αστερίσκους.

Μέχρι τότε, θα το παλεύουμε, με όπλα την κριτική σκέψη και τον ορθό λόγο.  Αυτόν που είναι όμοιος στα δύο φύλα εις πείσμα των δημοσκόπων και των στατιστικολόγων.

ΣΗΤ