Εικαστικές εκθέσεις των Πάρη Ασημακόπουλου και Ελένης Γάτσιου στο παλιό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και του Στέργιου Αδάμ στο Κτίριο της Ευξείνου Λέσχης Φλώρινας

Την Τετάρτη 1 Ιουλίου, στις 7, εγκαινιάστηκαν στο Παλιό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κτίριο Ι.Γούναρη οι ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής εγκατάστασης, των εικαστικών Ασημακόπουλου Πάρη και Γάτσιου Ελένη με τίτλους “Η όραση θα αρχίσει ξανά ” και ” Φυγή και αποτύπωμα ίχνους “, καθώς και στην Εύξεινος Λέσχη Φλώρινα, η εικαστική έκθεση ψηφιακής εγκατάστασης του Αδάμ Στέργιου με τίτλο  “0SIS – Εικαστικές Αναζητήσεις”

Οι εκθέσεις θα διαρκέσουν ως τις 4 Ιουλίου 2020 και θα είναι ανοιχτές για το κοινό καθημερινά 11:00-13:00 π.μ και 18:00-21.00μ.μ.

Παρακαλείσθε στην τήρηση υγειονομικών κανόνων.

Το εικαστικό έργο του Πάρη Ασημακόπουλου εκκινεί από τον άνθρωπο και τη χωρικότητα, ότι, δηλαδή, είμαστε χώρος μέσα στον χώρο. Αυτό τον καθησυχάζει ως προς την ίδια αντιμετώπιση του χώρου σε σχέση με την μορφή. Για παράδειγμα, η αλληλουχία των σχημάτων  βοηθάει να ερμηνεύσουμε με μια ευρύτητα το τι είναι μορφή και τι είναι χώρος, αλλά και τη σχέση μεταξύ τους. Η σύνδεση του ανθρώπινου «είναι» μέσα στο χώρο, αλλά και το αντίστροφο, αφυπνίζει  την κοσμικότητά μας. Επίσης , η επικέντρωση στη χωροθέτηση  που δημιουργείται σε μια ζωγραφική επιφάνεια, όπως το τελάρο επεκτείνεται στο χώρο έκθεσης . Πάνω σε μια διάσταση δημιουργείται η ψευδαίσθηση άλλων διαστάσεων, η οποία πραγματοποιείται με τη χρήση χρωμάτων και τονικοτήτων με διάθλαση στο περιβάλλον χώρο.
Η ζωγραφική γεννάει χώρο, ενώ η γλυπτική τόπο. Η διαδικασία δημιουργίας χώρων, οι οποίοι διαρκώς εξελίσσονται από έργο σε έργο, περιμένοντας να βρουν συνομιλητή τον τόπο. Ο τόπος έχει τη δική του υπόσταση, η οποία δεν αναιρείται από την διαθλαστικότητα  του ζωγραφικού έργου. Οι υπάρχουσες μορφές των έργων του επαναπροσδιορίζουν τη σχέση με τον χώρο και το σώμα μας. Δεν υπάρχει μόνο μια πραγματικότητα. τι είμαστε πραγματικά, πως είμαστε κτισμένοι, κατασκευασμένοι, τι βλέπουμε, και ποια είναι η πρόσληψη του καθενός;

Στο εικαστικό έργο της Ελένη Γάτσιου “…τα χρώματα δίνουν την αίσθηση ότι φεύγουν και κινούνται μέσα στους χώρους. Δημιουργούν διαδρομές αφήνοντας αποτυπώματα ίχνους στο πέρασμα τους. Οι διαδρομές τους δεν αποτελούνται από αρχή και τέλος αλλά και από ενδιάμεσες στάσεις στο χώρο, δεν ξεκινούν από κάπου για να καταλήξουν σε ένα προορισμό. Τα ταξίδι τους στο χώρο δεν πραγματοποιείται μόνο με μια διαδρομή αλλά μέσο μιας σειράς διαδρομών. Τα αποτυπώματα ίχνους δεν είναι όμοια μεταξύ τους κάθε ίχνος  έχει διαφορετική μορφή και τις δικές του ιδιότητες. Η μορφή του φέρει στοιχείο ενός άλλου ίχνους παρά όταν είναι στοιχείο ενός πράγματος. Εφόσον και τα ίχνη με τη σειρά τους θα ξεκινήσουν το δικό τους ταξίδι στο χώρο και θα δημιουργήσουν τις δικές τους διαδρομές αφήνοντας αποτυπώματα ίχνους, ακόμη και από την αρχική μορφή του χρώματος από το οποίο γεννήθηκε. Ένα ίχνος μπορεί να λειτουργήσει περισσότερο ως ίχνος όταν είναι στοιχείο ενός πράγματος. Εφόσον και τα ίχνη με τη σειρά τους θα ξεκινήσουν το δικό τους ταξίδι στο χώρο και θα δημιουργήσουν τις δικές τους διαδρομές αφήνοντας αποτυπώματα ίχνους.

Τα χρώματα και τα  αποτυπώματα ίχνους γίνονται ορατά χάρη της δικής τους δυνατότητας να φανερώνονται, να υπακούν στη δική τους λογική και αναγκαιότητα, γίνονται διάσταση για χάρη του εαυτού τους. Καλούν το θεατή να τα παρατηρήσει…”

Το εικαστικό έργο του Στέργιου Αδάμ αναζητά στον πλαστικό χώρο απλές ρυθμικές συμμετρικές δομές, που συνθέτουν μορφές από τα βασικά γεωμετρικά στερεά, όπως ο κύβος και η σφαίρα. Η έρευνα και οι πειραματισμοί του επικεντρώνονται κυρίως στις έννοιες του χώρου και της ύλης, την μετατροπή της ύλης σε ενέργεια και τη ροή της ενέργειας στον χώρο. Κυρίως δε τις ενδεχόμενες μορφοποιήσεις τους στον εικαστικό χώρο.
       Ο τρόπος παρουσίασης των παραπάνω εικαστικών αναζητήσεων θα γίνει με το ψηφιακό πολυμέσο της Επαυξημένης Πραγματικότητας -(AR)- Augmented Reality. Η υλικότητα του έργου δεν θα υπάρχει πλέον με τη συνήθη έννοια, ως βιώσιμη, δηλαδή, πραγματικότητα, αλλά θα φανερώνεται μέσω της τεχνολογίας, ως εικόνα και στα πλαίσια μιας διαφορετικά  νοούμενης υλικότητας. Κάτι, δηλαδή, που δεν είναι άμεσα  ορατό με τις αισθήσεις μας, καθίσταται ορατό μέσω της μετατροπής της πληροφορίας σε κώδικα 0-Ι.
Ο τίτλος της έκθεσης είναι: « ΩΣΙΣ» «OSIS» (« ὦσις » = ΩΘΗΣΙΣ = ΑΙΩΡΗΣΙΣ) καθώς το έργο μέσω της νέας τεχνολογίας είναι ελεύθερο να αιωρηθεί, να μεταφερθεί και να κινηθεί στον χώρο και στον χρόνο, δίχως δεσμεύσεις, δίχως όρια.