Εφαλτήριο για την αναβίωση του οράματος της Ενωμένης Ευρώπης

ποκαλείται Γηραιά Ήπειρος. Σίγουρα, όμως είναι μία ζωντανή Ήπειρος, παρά τα δημογραφικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει. Η Ευρώπη και οι λαοί της, την τελευταία χιλιετία, αποτέλεσαν τους βασικούς παραγωγούς της Παγκόσμιας Ιστορίας.

 

Τους δύο προηγούμενους αιώνες η Ευρώπη χαρακτηρίστηκε από τον έντονο ανταγωνισμό των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, κυρίως όμως της Μεγάλης Βρετανίας και της Γερμανίας.

Η Βρετανία πάντοτε αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην επιλογή για στροφή προς τις ανοιχτές θάλασσες ή την ηπειρωτική Ευρώπη.

Ο ανταγωνισμός της Βρετανίας, ως ναυτικής δύναμης, με την Γερμανία ως χερσαία δύναμη, οδήγησε σε δύο Παγκοσμίους Πολέμους. Η προσέγγιση και ο έλεγχος της μέσης ανατολής μέσα από την πολιτική επιλογή της πορείας προς την Ανατολή από την ξηρά για τους Γερμανούς, και της ναυτικής προσέγγισης για τους Βρετανούς ή της πολιτικής των συμμαχιών των Γάλλων (Entente), ξυπνούν εφιαλτικές μνήμες του παρελθόντος για τους γεωστρατηγικούς ανταγωνισμούς των εν λόγω δυνάμεων. Στο παρόν σημείο πρέπει να σημειώσουμε, πως το ποσοστό υπέρ του Brexit καθόρισαν οι μεγαλύτερης ηλικίας Βρετανοί ψηφοφόροι που αναπολούν την Βρετανική αυτοκρατορία, ενώ αντίθετα, η μεγάλη πλειονότητα των νέων, των μορφωμένων και οικονομικά εύρωστων, οι κάτοικοι του κέντρου του Λονδίνου και αρκετών μεγάλων πόλεων ψήφισαν υπέρ της παραμονής.

Με τη δημιουργία της Ένωσης και το όραμα για ενωμένη Ευρώπη η γηραιά ήπειρος κατάφερε να αποφύγει τις ένοπλες συγκρούσεις για περισσότερα από 70 χρόνια και να φέρει ευημερία στους πολίτες της.

Βέβαια, η Ένωση δεν ήταν ίδια από την αρχή μέχρι σήμερα. Ξεκίνησε με καθαρά οικονομικά χαρακτηριστικά για να οδηγηθεί προς τη σταδιακή εμβάθυνση και την ολοκλήρωση μέσα από μια πορεία συνεχούς στενότερης ένωσης η οποία είναι ακόμα σε εξέλιξη, με άγνωστο ωστόσο μέλλον.

Κατά καιρούς αντιμετώπισε διάφορες κρίσεις και προκλήσεις τις οποίες μέχρι σήμερα συνεχώς κατάφερνε να ξεπερνά με βήματα προς τα εμπρός, όσο βέβαια υπήρχε ζωντανό το όραμα της ενωμένης Ευρώπης και η βούληση να επιτευχθεί το όραμα αυτό.

Υπήρχαν οραματιστές πολιτικοί που έβλεπαν τη σημασία της ολοκλήρωσης για την ευημερία των λαών.

Ιδιαίτερη σημασία στις εκάστοτε επιλογές και στις λύσεις που κάθε φορά επιλέγονταν έχει ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων σε επίπεδο Ένωσης. Η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων κλόνισε το κοινωνικό κεκτημένο, η διεύρυνση με τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ μετέβαλε τις ισορροπίες και τους μέσους όρους της Ένωσης και η οικονομική κρίση αποκάλυψε θεσμικές ανισορροπίες στην Ένωση.

Η Ευρώπη βρίσκεται στη δίνη μίας Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης. Η μεταφορά της παγκόσμιας παραγωγής, στις αναπτυσσόμενες χώρες, ήτοι την Βραζιλία, την Ινδία την Κίνα αλλά και τη Ρωσία, αντιμετωπίστηκε από τον Δυτικό Κόσμο, με τη δημιουργία των προϊόντων του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού. Δηλαδή, την παραγωγή του Δημοσίου και ιδιωτικού χρέους, και εν τέλει τη μεγέθυνση των ανισοτήτων μεταξύ αυτών που παράγουν χρέη και αυτών που κερδίζουν από τα χρέη.

Οι δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιμετώπισαν αυτή την κρίση χρέους και ελλειμμάτων μέσω της εφαρμογής της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας. Δηλαδή, με σκληρές πολιτικές λιτότητας και εκποίησης της δημόσιας περιουσίας. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό τα προγράμματα προσαρμογής, οδήγησαν περαιτέρω και στον περιορισμό εθνικών κυριαρχικών επιλογών των κρατών, όχι όμως προς χάριν μίας δημοκρατικής διαδικασίας και μιας ευρωπαϊκής συγκυριαρχίας, αλλά προς χάριν απρόσωπων οργανισμών.

Με τα παραπάνω υποτιμήθηκε σε μεγάλο βαθμό, το γεγονός ότι οι Λαοί, έχουν ιστορία, παράδοση, πολιτισμό και αξιοπρέπεια. Υποτιμήθηκαν και εξαϋλώθηκαν τα αγαθά του κοινωνικού κράτους, η κορωνίδα δηλαδή, του κοινού Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Υποτιμήθηκε το γεγονός ότι μεγάλα στρώματα του πληθυσμού στρέφονται στο περιθώριο, από μία γραφειοκρατία, αποξενωμένη από κάθε διεργασία κοινωνική ή πολιτική.

Δόθηκε έτσι πρόσφορο έδαφος στον λαϊκισμό και από τα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος. Ενισχύθηκε ο φόβος προς την Ευρώπη, δεδομένου ότι στην Ένωση αποδίδονται δικαίως ή αδίκως όλα τα συλλογικά δεινά. Πλέον υπάρχει κι ένα νέο δεδομένο: Το BREXIT. Kαι αυτό από μόνο του δημιουργεί δυναμική εξελίξεων.

Ωστόσο, δεν θα πρέπει να αγνοούμε πως ακόμα και σε συνθήκες κρίσης δημιουργούνται νέοι θεσμοί σε επίπεδο Ένωσης. Παραμένει βέβαια, ζητούμενο το στοίχημα της κυριαρχίας της πολιτικής στην οικονομία, της δημοκρατίας απέναντι στα οργανωμένα συμφέροντα.

Είναι εμφανής η έλλειψη σήμερα εμπνευσμένων ηγετών και οραματιστών, αλλά και η έλλειψη πειστικής αναπτυξιακής προοδευτικής πρότασης για την ενωμένη Ευρώπη, γεγονός που ενισχύει τις φυγόκεντρες δυνάμεις.

Ωστόσο, η απόφαση επί του Βρετανικού δημοψηφίσματος θα πρέπει να λογίζεται ως μία τεράστια ευκαιρία να εντοπιστούν τα αίτια της απογοήτευσης των πολιτών, να υπάρξει περαιτέρω εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών, παρά τις ομολογουμένως σημαντικές αλλαγές με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας το 2009, οι οποίες όμως δεν είχαν ακόμα τον αναγκαίο χρόνο για να εφαρμοστούν στην πράξη.

Είναι η ευκαιρία, να επιδιωχθεί μία πιο προοδευτική Ευρώπη. Μία παραγωγική Ευρώπη, με ισότιμη συμμετοχή των Λαών και των Κρατών της, στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Στην κρίση αυτή θα πρέπει να απαντήσουμε με περισσότερη Ευρώπη. Μία Ευρώπη, όμως που δεν θα θεωρεί κίνδυνο τις διαφορετικές παραδόσεις, και τους διαφορετικούς πολιτισμούς, αλλά συνεκτικό στοιχεία της σύνθεσης που πρέπει να επιδιώξει. Μία Ευρώπη, που δεν θα παράγει χρέος, αλλά πραγματικό πλούτο που θα διανέμεται δίκαια σε κράτη και πολίτες.

Είναι προφανές, ότι πρέπει να ενισχυθεί το όραμα της ειρηνικής συνύπαρξης και της ευημερίας των πολιτών για να πειστούν οι Βρετανοί πολίτες να επιστρέψουν στην ευρωπαϊκή οικογένεια, όπου ανήκουν.

Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους πως η Ευρώπη χρειάζεται τους πάντες. Χρειάζεται τόσο μια Ευρωπαϊκή Βρετανία όσο και μία Ευρωπαϊκή Γερμανία, η οποία θα συμβάλλει ώστε το σύνολο των Ευρωπαίων, να απολαμβάνουν τα ίδια προνόμια και το ίδιο επίπεδο ζωής με τους Γερμανούς Πολίτες. Δεν μπορεί να υπάρξει Ένωση, με κάποιους να κερδίζουν σε βάρος των υπολοίπων. Δεν μπορεί να υπάρξει Ένωση χωρίς σύγκληση του επιπέδου ζωής των πολιτών. Χωρίς εξάλειψη στην πράξη όλων των ανισοτήτων.

του Στυλιανού Δ. Μαυρίδη, Διδάκτορα Νομικής, Δικηγόρου, Αντιπρόεδρου Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Πολιτευτή ΠΑΣΟΚ ΠΕ Φλώρινας

Παντελή Καμά, Δικηγόρου, Μέλους ΚΠΕ ΠΑΣΟΚ

Μόνο ως σύνολο η Ένωση μπορεί να πρωταγωνιστήσει σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Μόνο μέσα από ανθρωποκεντρικές πολιτικές ανάπτυξης, αναδιανομής, χρηστής οικονομικής διαχείρισης και ενίσχυσης του κοινωνικού κεκτημένου, μπορεί να υπάρξει ευημερία για το σύνολο των πολιτών. Μόνο μέσα από τη συνεργασία μπορεί να υπάρξει ευημερία και πρόοδος. Μόνο έτσι θα υψωθεί το τείχος απέναντι στο λαϊκισμό και τους διχασμούς.

Η Ελλάδα, στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων, ενδεχομένως να έχει τη δυνατότητα να επιδιώξει βελτιώσεις στο πρόγραμμα λιτότητας που εφαρμόζει. Τούτο όμως, απαιτεί μία πολιτική διακυβέρνηση ικανή να σχεδιάσει, να διαπραγματευτεί, να οργανώσει και να εφαρμόσει ένα παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας. Μία πολιτική ηγεσία, που θα μπορέσει να θέσει ως ταυτόχρονες και ισότιμες προτεραιότητες, την προστασία της κατοικίας, του εισοδήματος των ασθενέστερων με τη διαφύλαξη των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της μεσαίας τάξης. Απαιτείται μία ηγεσία με ικανότητα, να διαπραγματευτεί τις δυνατότητες και όχι τις αδυναμίες της χώρας.

Είναι εμφανές, για πολλές πλευρές του δημοσίου βίου, ότι το σημείο εκκίνησης της χώρας είναι χαμηλό. Το τελευταίο μνημόνιο, παρέδωσε στους δανειστές τις Ελληνικές Τράπεζες, μέσω των funds, παραδίδει σε απρόσωπες σωρεύσεις κεφαλαίου την ιδιωτική περιουσία στην Ελλάδα, ενώ με το υπερταμείο παραδίδει τη δημόσια περιουσία της χώρας. Τούτο δημιουργεί δυσκολίες. Διότι δεν αρκεί μία επαναδιαπραγμάτευση των οικονομικών στόχων που πρέπει να πετύχει η χώρα, αλλά μία ευρύτερη διαπραγμάτευση των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει η χώρα και οι πολίτες.

Το δημοψήφισμα για την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει περάσει στην ιστορία. Είναι επιβεβλημένο όμως, η εύλογη ανησυχία που προκαλείται από το γεγονός ότι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία, εγκαταλείπει την Ένωση, να μετατραπεί σε εφαλτήριο για την αναβίωση του οράματος της Ενωμένης Ευρώπης, της Ευρώπης της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, της προόδου, της ανάπτυξης, της Ευρώπης των πολιτών και των λαών, της Ευρώπης που θα τους αγκαλιάσει ξανά όλους.