Η συμμετοχή των Δυτικομακεδόνων στην Εθνεγερσία του 1821

Ιωάννη Παπαλαζάρου, εκπαιδευτικού – συγγραφέα

Εισήγηση στη Διαδικτυακή Ημερίδα της Ι. Μ. Φλωρίνης της 6ης Ιουνίου 2021

Από τα μαθητικά μας χρόνια κι από τα σχολικά μας βιβλία διδαχθήκαμε και το εμπεδώσαμε, πως η επανάσταση του 1821 ήταν κατ’ αποκλειστικότητα συνυφασμένη ιστορικά, τοπικά και χρονικά, με τη Νότια Ελλάδα, με το Μοριά και τη Ρούµελη. Ερευνώντας όμως πιο διεξοδικά και χωρίς προκαταλήψεις τα γεγονότα της εποχής, διαπιστώνουμε ότι η Εθνεγερσία του 1821 δεν αποτελεί ιδιαίτερο προνόμιο καμιάς περιοχής της πατρίδος μας και, παράλληλα, αποδεικνύεται περίτρανα πως η Μακεδονία ούτε αδρανής κι αμέτοχη υπήρξε ούτε απλός θεατής των γεγονότων του 1821.

Το επιβεβαιώνουν άλλωστε και οι εκτιμήσεις έγκυρων ιστορικών, πως η αγωνιστική συμμετοχή των Μακεδόνων στην Εθνεγερσία του 1821 είχε καθοριστική συμβολή στην επιτυχία της. Η επαναστατική κινητοποίηση της Χαλκιδικής και του Αγίου Όρους με τον Εμμανουήλ Παπά, από τον Μάιο έως τον Νοέμβριο του 1821 και η επανάσταση με το ολοκαύτωμα της ηρωικής Νάουσας, ένα χρόνο αργότερα, με τους Καρατάσο, Ζαφειράκη και Αγγελή Γάτσο, δέσμευσαν ισχυρές τούρκικες δυνάμεις και τις κράτησαν για αρκετό χρόνο μακριά από την  επαναστατημένη Νότια Ελλάδα.

Αν τα οθωμανικά στρατεύματα των Μεχμέτ Εμίν και Μπαϊράμ Πασά κατηφόριζαν ανεμπόδιστα κατά τη Στερεά και το Μοριά, δεν είναι δύσκολο να μαντέψουμε ποιά θα ήταν η εξέλιξη της επαναστάσεως.

Όσον αφορά στην έκβαση των επαναστατικών κινημάτων στη Μακεδονία, οι εκτιμήσεις που διατυπώνονται για τα αίτια που οδήγησαν στην απο­τυχία τους, συγκλίνουν στις εξής επισημάνσεις:

-Η επαναστατημένη Μακεδονία, δε διέθετε τα απαιτούμενα ως προς την οργάνωση και τα εφόδια του πολέμου, ούτε και τους εμπειροπόλεμους στρατιωτικούς ηγέτες, βρισκόταν πολύ κοντά στα ισχυρά διοικητικά και στρατιωτικά κέντρα της περιοχής, όπως ήταν η Θεσσαλονίκη, το Μοναστήρι και η Κωνσταντινούπολη, ενώ το πεδινό της έδαφος διευκόλυνε την κίνηση μεγάλων τουρκικών στρατιωτικών μονάδων.

-Το κυριότερο όμως μειονέκτημά της ήταν ότι δεν υπήρξε συντονισμός στις τοπικές εξεγέρσεις: η Χαλκιδική επαναστάτησε τον Μάιο του 1821, η Νάουσα τον Φεβρουάριο του 1822, ο Όλυμπος σπασμωδικά τον Μάρτιο του ιδίου έτους και η Δυτική Μακεδονία είχε διάσπαρτες και ανοργάνωτες τοπικές κινητοποιήσεις. Αν είχε επαναστατήσει ταυτόχρονα όλη η Μακεδονία κι αν αντί της αμυντικής τακτικής εκδηλώνονταν οργανωμένες επιθέσεις, η τύ­χη της Επαναστάσεως προφανώς θα ήταν άλλη.

Για τη Δυτική Μακεδονία ο 18ος αιώνας ήταν μια περίοδος δυσβάσταχτων δεινών, βιαιοπραγιών και ομαδικών εξισλαμισμών που υπέστησαν οι χριστιανοί κάτοικοί της, λόγω εγκαταστάσεως στην περιοχή Κονιάρων και Γιουρούκων Τούρκων, των πλέον φανατικών και μισαλλόδοξων Μουσουλμάνων, αλλά είναι και η εποχή που ανέδειξε λαμπρούς Νεομάρτυρες της πίστεως και της πατρίδος, όπως ο Άγιος Αγαθάγγελος, ο Δημήτριος ο Γραμματικός και η Αγία Χρυσή, η Μογλενίτισσα.

Τα δεινοπαθήματα της περιοχής είχαν αρχίσει από τα μέσα του 17ου αι. από τις συχνές ληστρικές επιδρομές που δεχόταν από συμμορίες ατάκτων Τουρκαλβανών (Γκέκηδων) και ο χριστιανικός πληθυσμός της κυρίως στα αστικά κέντρα είχε αραιώσει επικίνδυνα. Στα Ιστορικά Αρχεία Θεσσαλονίκης και Βεροίας υπάρχει πλήθος σουλτανικών φιρμανίων που αναφέρονται λεπτομερώς στα γεγονότα αυτά.

Την ίδια εποχή έδρασαν στη Δυτική Μακεδονία ονομαστά αρματολίκια και αρματολοί, όπως του Πισοδερίου, που ανέδειξε τον θρυλικό αρματολό Μεϊντάνη και την οικογένεια Κασομούλη, και τα αρματολίκια του Βερμίου και των Βοδενών με τον Καπετάν Γούτα από την Κατράνιτσα, τον Γερο-Καρατάσο από τη Βέροια και τον Αγγελή Γάτσο από τους Σαρακηνούς της Καρατζόβας.

Είχαν στη φύλαξή τους ξακουστά δερβένια, όπως στην Κλεισούρα, στο Νυμφαίο, στο Πισοδέρι, στο Κλειδί, στο Ξινό Νερό, στη Βίγλα, στην Κέλλη κ.α.

Οι πληροφορίες για επαναστατικές δράσεις των κατοίκων στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας προέρχονται κυρίως από την προφορική παράδοση, όπως  έχει καταγραφεί σε άρθρα του περιοδικού «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ» της Φλώρινας και σε δημοσιεύματα  του αείμνηστου Φλωρινιώτη δασκάλου και λαογράφου Λάζαρου Μέλλιου.

Υπάρχουν όμως και οθωμανικά έγγραφα από τα Ιστορικά Αρχεία Θεσσαλονίκης και Βεροίας, που μας πληροφορούν ότι στους καζάδες Φλωρίνης, Μοναστηρίου, Οστρόβου και Βοδενών, κατά τα έτη 1682-1683, «οι ραγιάδες κατήρτισαν συμμορίας με τάσεις επαναστατικάς».

Έναν αιώνα αργότερα, σύντροφοι και συμμάρτυρες του Ρήγα Βελεστινλή ήταν Καστοριανοί και Σιατιστείς αγνοί πατριώτες.

Μία σοβαρή γραπτή μαρτυρία για τη συμμετοχή των κατοίκων της περιοχής στα γεγονότα της Εθνεγερσίας του 1821 αποτελεί το φιρμάνι που αποστέλλεται στους Δερβεναγάδες Φλωρίνης και Οστρόβου, στις 4 Μαρτίου 1824, από τον Βεζίρη Σερασκέρ Πασά της Πύλης (Υπουργό Στρατιωτικών) όπου αυστηρά τους διατάσσει:

«…Και όσοι ραγιάδες έφυγαν από τα χωριά τα Ιμπλιάκια (του Δημοσίου) του Καζά της Φλωρίνης και σκόρπισαν εις τον Καζά του Οστρόβου ή και εις άλλα μέρη και επήραν τα άρματα και χτύπησαν το ασκέρι μας για να κάνουν δικό τους Γιουνάν Ντουβλέτι (ελληνικό κράτος), να παρασταθήτε και να μαζώξητε τον κάθε έναν οπίσω εις το χωριό του».

Η τοπική παράδοση αναφέρει ότι, εξ αφορμής του γεγονότος αυτού, συνελήφθησαν επτά προύχοντες της Φλώρινας, άλλοι μιλούν για εννέα, και απαγχονίσθηκαν μπροστά στο τζαμί, που υπήρχε εκεί όπου είναι σήμερα το κεντρικό πάρκο της πόλεως. Οι δύο από τους απαγχονισθέντες κατάγονταν από το Μπούφι, τον σημερινό Ακρίτα, ο ένας μάλιστα εξ αυτών ήταν μυημένος στην Φιλική Εταιρεία.

Σύμφωνα με την ίδια παράδοση, πολλοί Δυτικομακεδόνες, που «επήραν τα άρματα και χτύπησαν το τουρκικό ασκέρι», μετά την αποτυχία των επαναστάσεων της Χαλκιδικής και της Νάουσας, κατέφυγαν στη Νότια Ελλάδα, όπου εντάχθηκαν σε στρατιωτικά σώματα τοπικών αρχηγών και συνέχισαν να αγωνίζονται στο Μεσολόγγι, στη Μεσσηνία, στα Δερβενάκια κ.α. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν επέστρεψαν ποτέ στον τόπο τους και ελάχιστων τα ονόματα διέσωσε η παράδοση, όπως:

Ο Φωτομάρας και ο Τσάλης από το Μοναστήρι, ο Παπαδάμος από το Πισοδέρι, ο Στάικος από την Κέλλη, ο Αγγελίνας από τη Φλώρινα, ο Μπρόικος από το Φλάμπουρο, ο Γραικός από τη Δροσοπηγή, ο  Θωμάς Πετρέσκος από τις Πέτρες, ο Γιώργης Νίβιτζας από τους Ψαράδες, ο Ηλιάδης Μποζίνης και ο Μάρκος Ναούμ από τα Άλωνα, ο Γιώργης Κύρκος απ’τα Ασπρόγεια, ο Στόικος από τις Κάτω Κλεινές, τα 5 αδέλφια οι Σουγγαραίοι από την Κατράνιτσα, οι δεκάδες Νεβεσκιώτες του Μεσολογγίου, οι 70 Κελλιώτες και οι 200 Μπουφιώτες, που δεν τους ξανάδαν ποτέ στο Νυμφαίο, στην Κέλλη και στον Ακρίτα.

Η πλέον σοβαρή ιστορική μαρτυρία για ονόματα αγωνιστών του 1821 από την περιοχή προέρχεται από τα Κρατικά Ιστορικά Αρχεία. Πριν όμως παρουσιάσουμε τα ονόματά τους, θεωρώ σκόπιμο να αναφερθούμε στον τρόπο που καταγράφηκαν και διασώθηκαν τα ονόματα αυτά και στις πηγές ανάδειξής τους.  Η πρώτη πηγή είναι ελληνική. Κατά τα έτη 1833-1836, επί Όθωνος, συγκροτήθηκε επιτροπή απογραφής των αγωνιστών του 1821, από την οποία οι ενδιαφερόμενοι κλήθηκαν να εγγραφούν, προσκομίζοντες σχετικές βεβαιώσεις των αρχηγών των μονάδων όπου υπηρέτησαν.

Οι Νοτιοελλαδίτες, έχοντας ασφαλισμένες τις οικογένειές τους στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και γνωρίζοντες τρόπους και ανθρώπους, καταγράφηκαν σχεδόν στο σύνολο τους (πάνω από 25.000). Οι Μακεδόνες, όσοι επέζησαν των πολέμων κι όσοι ξέμειναν στη Νότια Ελλάδα, υπό τον φόβο των αντιποίνων επί των οικογενειών τους που άφησαν στη Μακεδονία, παρουσιάσθηκαν ελάχιστοι και δήλωσαν στις επιτροπές όνομα, πατρώνυμο και τόπο καταγωγής. Ως επώνυμο καταχωρούνταν το όνομα του πατρός ή ο τόπος καταγωγής τους. Έτσι τους συναντούμε με επώνυμα: Γεωργίου, Δημητρίου, Στεργίου ή Μοναστηρλής, Μπιτωλιάνος,  Ντέμπρελης, Πατελιώτης, Πετρέσκος, Βοδενλής, Μακεδόνας κ.ά. Στους περισσότερους, επειδή δεν γνώριζαν ελληνικά, η επιτροπή τους προσέθετε και το προσωνύμιο Βούλγαρης.

Καταγράφηκαν συνολικά 316 Μακεδόνες. Από αυτούς, 103 ήταν αξιωματικοί, 101 υπαξιωματικοί, 96 στρατιώτες, 6 ναυτικοί και 10 πολιτικοί.

Οι ιστορικοί υπολογίζουν τους Μακεδόνες αγωνιστές στη Νότια Ελλάδα πάνω από 2.500, αφού μόνο στα Ψαρά, τον Ιούνιο του 1824, έπεσαν μαχόμενοι 1.027 Μακεδόνες.

Η δεύτερη πηγή, όσο κι αν ακούγεται εξωφρενικό, είναι βουλγαρική. Στα τέλη της 10ετίας του 1960 οι Βούλγαροι καθηγητές του Πανεπιστημίου Σόφιας Νικολάι Τοντόροβ και Βεσελίν Τράικοβ, ήρθαν στην Αθήνα και με την άδεια του Ελληνικού Κράτους, ερεύνησαν τα Γενικά Ιστορικά Αρχεία και κατέγραψαν όσους θεωρούσαν ως Βουλγάρους εθελοντές αγωνιστές στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, σ’ ένα ογκώδες έργο 1.017 σελίδων, που εξέδωσαν το 1971. Εκεί περιλαμβάνονται βιογραφικά 543 αγωνιστών και μεταξύ αυτών κι όσοι, εξαιτίας της κουτοπόνηρης τακτικής της επιτροπής των Αθηνών, έφεραν το προσωνύμιο Βούλγαρης!

Έτσι από τα Ιστορικά Αρχεία του Ελληνικού Κράτους και από τις βουλγαρικές έρευνες μας έγιναν γνωστά βιογραφικά και παραστατικά στοιχεία για αρκετούς αγωνιστές από τη Δυτική Μακεδονία, που αποτελούν πάντως πολύ μικρό ποσοστό της πραγματικής συμμετοχής τους.

Αναφέρονται: ο Γ.Λασσάνης από την Κοζάνη, ο Ι.Φαρμάκης από το Μπλάτσι, η οικογένεια Κασομούλη από το Πισοδέρι (ο πατέρας Κωνσταντίνος και οι γιοι: Νικόλαος, Γεώργιος, Δημήτριος και Ιωάννης), ο Αγγελής Γάτσος, οπλαρχηγός από τους Σαρακηνούς της Αλμωπίας (που ως γνωστόν με τη Φλώρινα συναποτελούσαν τη Μητρόπολη Μογλενών), ο Κώτσος Μπιτολίτης, ο Νικόλαος Σακούλας ή Μπιτολιάνος, οι αξιωματικοί Σωτήριος Δαμιάνοβιτς και Θεόδωρος Ντομπροβόσκος, βλάχοι από το Μοναστήρι, ο Δημ.Μπιτολιάνος–Βούλγαρης,  ο Γεώργιος Ντέμπρελης–Βούλγαρης, από την Ντέμπρα (Αναρράχη) Εορδαίας, ο Αντώνιος Πατελιώτης-Βούλγαρης από το Πάτελι, (Άγιο Παντελεήμονα Αμυνταίου)  και δύο σέρβοι στρατηγοί,  οι Μαυροβουνιώτης και Χατζηχρήστος, υπό τις διαταγές των οποίων υπηρέτησαν οι περισσότεροι Μακεδόνες.

Με τις αναφορές τους προς την επιτροπή σύνταξης των μητρώων, οι Μακεδόνες αγωνιστές διατύπωναν ενίοτε και κάποια αιτήματά τους. Έτσι ο Στέργιος Μιχαήλος από το Μοναστήρι, εγκαταστημένος στην Αίγινα, ζητάει να του καταβληθεί μέρος των χρωστούμενων από το Δημόσιο για να πληρώσει την στρατιωτική του στολή.

Ο Ασημάκης Μπιτολίσιος ζητάει να του απονεμηθεί κάποιο εύσημο για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα. Ο Σωτήριος Δήμου Μπιτόλιας, φονεύθηκε στη μάχη των Θηβών (1829) και τρεις συντοπίτες του Μπιτολιάνοι, οι Νικόλαος Λέου, Δημήτρης Στέριου και Γιώργης Στέριου, υπογράφουν ως μάρτυρες στη Σαλαμίνα, ότι ο Αναστάσιος Δημητρίου Μπιτόλιας είναι ο κληρονόμος του νεκρού Σωτηρίου Μπιτόλια.

Ο Βασίλης Κίσαβος, ανθυπολοχαγός από το Μοναστήρι, ζητάει να του επιτραπεί να εγκατασταθεί στην Αταλάντη Φθιώτιδας, στον συνοικισμό «Νέα Πέλλα», που είχαν οργανώσει και εγκατασταθεί οι περισσότεροι Μακεδόνες.

Οι  Βούλγαροι καθηγητές Τοντόροβ και Τράικοβ όλους τους ανωτέρω (εκτός από τους Λασσάνη, Φαρμάκη και Κασομούλη) τους έχουν καταγράψει ως Βουλγάρους εθελοντές.

Καιρός όμως είναι και ανάγκη επιτακτική είναι να αναληφθεί μια μεθοδευμένη ερευνητική προσπάθεια από κάποια Πανεπιστημιακή Σχολή της περιοχής μας, να αποκατασταθεί η αλήθεια και ο σεβασμός προς γεγονότα και πρόσωπα και να μην εμφανίζεται το θλιβερό φαινόμενο αγωνιστές του 1821 από τη Φλώρινα, το Αμύνταιο, την Εορδαία, το Μοναστήρι, την Έδεσσα, και την Αλμωπία, να παρουσιάζονται διεθνώς από το πανεπιστημιακό  σύγγραμμα της Σόφιας ως Βούλγαροι εθελοντές στην Ελληνική Επανάσταση.

Κλείνοντας την εισήγησή μου, μετά λόγου γνώσεως και οφειλόμενου σεβασμού καταθέτω, πως η Φλώρινα, η Καστοριά, το Μοναστήρι, η Εορδαία, η Δυτική Μακεδονία γενικότερα, είχαν άμεση και πολυάριθμη ανταπόκριση στο εθνικό προσκλητήριο της παλιγγενεσίας του 1821. Γεγονός που τους παραχωρεί και το δικαίωμα και την υποχρέωση συμμετοχής τους στις εκδηλώσεις εθνικής μνήμης των 200 χρόνων από την Εθνεγερσία.

Αρκεί οι εκδηλώσεις αυτές να μην αναλωθούν μόνο ως μνημόσυνα, αλλά κυρίως ως αφορμές μηνυμάτων εθνικής αυτογνωσίας και ως πηγές έμπνευσης από τους αγώνες των  Μακεδόνων, των τιμίων και αγνών αγωνιστών, των νέων μαρτύρων στο εθνικό μας συναξάρι και παντελώς απόντων από τα σχολικά ιστορικά βιβλία. Το γεγονός ότι οι περισσότεροι εξ αυτών δε γνώριζαν ούτε λέξη από ελληνικά, δεν τους εμπόδισε, όταν χάθηκαν οι ελπίδες της επαναστατημένης Μακεδονίας, να προστρέξουν στη Νότια Ελλάδα, να πολεμήσουν στο πλευρό των λοιπών επαναστατημένων αδελφών Ελλήνων και να αναδειχθούν σε πρότυπα γενναιότητας, αυτοθυσίας και ανιδιοτελούς εθνικής προσφοράς. Σ’αυτούς οφείλουμε το υπέρτατο αγαθό της ελευθερίας μας, σ’αυτούς ανήκει πάσα δόξα και τιμή.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. «Σάλπιγξ Ορθοδοξίας» περιοδ. έκδ. Ι.Μ. Φλωρίνης, Πρεσπών & Εορδαίας, τ. 121, σ. 64-69.
  2. Ιερά Μητρόπολις Φλωρίνης, Πρεσπών & Εορδαίας, Δύο πόλεις, δύο λίμνες,

μια ιστορία, Φλώρινα – Μοναστήρι, Πρέσπα – Αχρίδα.

  1. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Έγγραφα αφορώντα την συμμετοχήν των Μοναστηριωτών εις τους αγώνας του 1821,  περ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, τ. 140ο  σ. 33-39.
  2. Ιστορικά Αρχεία Μακεδονίας, Αρχείον Θεσσαλονίκης (1695-1912),

έκδ. Ε.Μ.Σ. (1952), επιμ. Ι. Βασδραβέλλη.

  1. Ιστορικά Αρχεία Μακεδονίας, Αρχείον Βεροίας – Ναούσης (1598-1886)

έκδ. Ε.Μ.Σ. (1954), επιμ. Ι. Βασδραβέλλη.

  1. Βόσδου Θεόδωρος, Η συμμετοχή του Μοναστηρίου και της Φλωρίνης

στον Αγώνα του 1821,  περιοδ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ,  τ.  140ο,  σελ.27-32.

  1. Γκοσιόπουλος Τάκης, Ένα ιστορικό κείμενο για την περιοχή της Φλωρίνης,

περιοδ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ,  τ. 140ο,  σελ. 23-25.

  1. Κασκαμανίδης Γιάννης, Η Φλώρινα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (2018).
  2. Λουκίδου – Μαυρίδου Δέσποινα, Βιβλιοκρισία Ν.Τοντόροβ – Β.Τράικοβ, (ΙΜΧΑ)
  3. Μέλλιος Λάζαρος, Η Φλώρινα απ’ τα πολλά της (2003).
  4. Μέλλιος Λάζαρος, Η Συμβολή της Φλώρινας στην επανάσταση του 1821 (1997).
  5. Μέλλιος Λάζαρος, Φρούρια και διαβάσεις Νομού Φλώρινας (1994).
  6. Μέλλιος Λάζαρος, Ο εξισλαμισμός του Μητροπολίτη Μογλενών (1986).
  7. Λιάκος Σωκράτης, Μακεδονικός Αρματολισμός, περιοδ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, τ. 3ο, σελ. 3-21.
  8. Σιγάλας Αντώνιος, Έγγραφα Μοναστηριωτών κατά τους αγώνας του 1821 «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ» εκδ. Ε.Μ.Σ., τ. Α΄(1940),  σελ. 497-500.
  9. Σταλίδης Κων/ντίνος, Βαλκανική Βιβλιογραφία, τόμ. ΙΙΙ – 1974 – Παράρτημα
  10. Τέγος Σαπουντζής, Φλώρινα, περ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, τ. 3ο  (1957),  σελ. 28-31.
  11. Τζιάτζιος Ευάγγελος, Η Φλώρινα στην Επανάσταση του 1821

«ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ  ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ»  1939,  σελ. 135-43.

  1. Τζιάτζιος Ευάγγελος, Η Φλώρινα στην Επανάσταση του ‘21, ‘ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ’, τ.140ο σ.7-16
  2. Σημαντήρας Γεώργιος, Το Εικοσιένα στη Φλώρινα, περιοδ. ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, τ. 140ο, σ.1-6.
  3. Τρύφων Στέφανος, Η Επισκοπή Κατράνιτσας Εορδαίας (2002).
  4. Χιονίδης Γεώργιος, Οι εις τα Μητρώα των Αγωνιστών του 1821αναγραφόμενοι Μακεδόνες, ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ, τ. 12ος (1972),  σελ. 32-65.
  5. Παπαλαζάρου Ιωάννης, Αγγελής Γάτσος, Ένας γενναίος Μακεδόνας στην Εθνεγερσία του 1821.

12). 24. Nikolaj Todorov – Veselin TrajkovΒούλγαροι αγωνιστές λαβόντες μέρος

στους αγώνες για την απελευθέρωση της Ελλάδος, Σόφια 1971 (Ι.Μ.Χ.Α.).